Έντονη ήταν η αντίδραση των μικρότερων εργοληπτικών εταιριών της χώρας στην απόφαση του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών να αποστείλει αυτήν την εβδομάδα προσκλήσεις μόνο προς τους τέσσερις μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους προκειμένου να αναλάβουν την εκτέλεση των έργων μόνιμης αποκατάστασης των οδικών υποδομών και του σιδηροδρόμου στη Θεσσαλία, συνολικού προϋπολογισμού 1,4 δισ. ευρώ.
«Είναι πλέον φανερό ότι για το Υπουργείο υπάρχουν μόνο τέσσερις εταιρίες που έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε όλα τα δημοπρατούμενα έργα στη χώρα, οι οποίες, λειτουργώντας και υπό ένα συνεργατικό περιβάλλον, έχουν εξασφαλίσει υπογεγραμμένες συμβάσεις ύψους 18 δισ. ευρώ, με πολύ ευνοϊκούς όρους, αποκτώντας σχεδόν όλο το μερίδιο της συνολικής αγοράς, με την ενθάρρυνση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου», επισημαίνει σε επιστολή του προς τον υπουργό, Χρήστο Σταϊκούρα και τον υφυπουργό, Νίκο Ταχιάο το Συντονιστικό Όργανο των εργοληπτικών οργανώσεων ΠΕΔΜΕΔΕ, ΠΕΣΕΔΕ και ΣΑΤΕ.
Οι εκπρόσωποι των μικρότερων εταιριών σημειώνουν πως η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε σημαντική στρέβλωση των ανταγωνιστικών συνθηκών στον εγχώριο κλάδο, ενώ αφήνουν ανοιχτό και το ενδεχόμενο προσφυγών τονίζοντας πως η διαπίστωση αυτή « δεν μας αφήνει άλλα περιθώρια από το να την ανατρέψουμε με κάθε τρόπο, προστατεύοντας τα συμφέροντα των εταιρειών μελών μας».
Υπενθυμίζεται ότι, όπως έχει ήδη γράψει σε ρεπορτάζ του το energodromio.gr, το υπουργείο αναμένεται να αποστείλει στις 5 Δεκεμβρίου απευθείας προσκλήσεις σε τέσσερις εργοληπτικές επιχειρήσεις 7ης τάξης, με την έκτακτη διαδικασία του άρθρου 32 γ του Ν.4412/2016, ώστε να αναλάβουν τα έργα αποκατάστασης στη Θεσσαλία και συγκεκριμένα στις ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Aktor, Άβαξ και ΜΕΤΚΑ.
Στόχος είναι να ακολουθηθούν διαδικασίες fast track για τα έργα αποκατάστασης δεδομένων και των σφιχτών χρονοδιαγραμμάτων όσον αφορά τους πόρους τους Ταμείου Ανάκαμψης.
Το γεγονός αυτό προκάλεσε την έντονη αντίδραση των τριών εργοληπτικών οργανώσεων, οι οποίες στην επείγουσα επιστολή τους σημειώνουν με έμφαση ότι «για μια ακόμα φορά δεν τηρείται μία στοιχειώδης κατανομή των δημοσίων έργων σε όλη την πυραμίδα των εργοληπτικών επιχειρήσεων», ενώ συμπληρώνουν ότι «το συμβατικό αντικείμενο των έργων αποκατάστασης των υποδομών προέκυψε από τη συνένωση των προϋπολογισμών των επιμέρους έργων του εκάστου Δήμου της Θεσσαλίας, κατά παράβαση των Ευρωπαϊκών Οδηγιών και της Βασικής Αρχής της Αναλογικότητας, αποκλείοντας τη συμμετοχή όλων των εργοληπτικών εταιρειών από 6ης τάξης και κάτω, που θα σήμαινε αύξηση του ανταγωνισμού και ωφέλεια στον χρόνο εκτέλεσής τους».
Λίγα τα έργα για τις εταιρίες με πτυχίο 6η τάξης ή χαμηλότερο
Οι εργοληπτικές οργανώσεις τονίζουν ότι: «Έχει επισημανθεί κατ’ επανάληψη ότι οι τέσσερις εν λόγω εργοληπτικές επιχειρήσεις έχουν ήδη συγκεντρώσει υπερβολικά υψηλό ανεκτέλεστο συμβάσεων τεχνικών έργων, περίπου 18 δισ. ευρώ και υφίσταται έντονος προβληματισμός για τη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν σε αυτό, σε έγκαιρο χρόνο και τίμημα, αφού ο μέσος όρος του κύκλου εργασιών τους στα τρία τελευταία χρόνια κυμαίνεται στα 2,5 δισ. περίπου. Δηλαδή, τη στιγμή που η αγορά διερωτάται πώς τέσσερις εταιρείες 7ης τάξης θα καταφέρουν να ανταποκριθούν σε συμβάσεις που τους έχουν ήδη ανατεθεί και στην τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων, το Υπουργείο σχεδιάζει να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο το ανεκτέλεστό τους και μάλιστα με μία κατ’ εξαίρεση διαδικασία», τονίζουν.
Όπως επισημαίνουν, τα δημοπρατημένα έργα για τις τεχνικές επιχειρήσεις από την 6η τάξη του ΜΕΕΠ και κάτω είναι ελάχιστα, ως προς το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού τους, «οξύνοντας την ήδη πιεσμένη καθημερινότητα των εργοληπτικών εταιρειών μελών μας», που χαρακτηρίζεται από:
Η ηγεσία του υπουργείου, πάντως, ύστερα από τις καθυστερήσεις που σημειώθηκαν έως τώρα, εμφανίζεται πλέον αποφασισμένη να «τρέξει» τα έργα το ταχύτερο δυνατό.
Όπως ανέφερε τη Δευτέρα και ο κ. Σταϊκούρας σε τηλεοπτική του συνέντευξη, θα κινηθούν οκτώ ταυτόχρονες εργολαβίες τις προσεχείς εβδομάδες με στόχο τη δημιουργία πιο ανθεκτικών υποδομών στη Θεσσαλία.
Στόχος είναι τα έργα να συμβασιοποιηθούν και να ξεκινήσουν στις αρχές του 2025, ενώ προβλέπεται να ολοκληρωθούν εντός μίας διετίας με την εξαίρεση κάποιων οδικών έργων, τα οποία ίσως απαιτήσουν λίγο περισσότερο χρόνο.