MENU

Επέτειος 20 ετών για την γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου – Στο επίκεντρο ασφάλεια και βέλτιστες πρακτικές

Το σύνολο των αναγκών του έργου σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτεται 100% από ΑΠΕ

Σύμβολο της Ελλάδας που τολμά, που προοδεύει, και καταφέρνει να ξεπερνά ακόμη και τις μεγαλύτερες δυσκολίες. Με δυο λόγια ένα «σύγχρονο θαύμα της Μηχανικής». Σε αυτές τις λέξεις συνοψίζεται η Γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου «Χαρίλαος Τρικούπης», καθώς τόσο ο σχεδιασμός, όσο και η κατασκευή της συνάντησαν σημαντικές προκλήσεις.

Σαν σήμερα πριν 20 χρόνια παραδόθηκε η Γέφυρα και αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα επιτυχίας του μοντέλου των παραχωρήσεων για την υλοποίηση έργων υποδομής, πρότυπο συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα, με  συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και βεβαίως σύμβολο της Ελληνογαλλικής φιλίας.

Επένδυση στην ασφάλεια και τις τεχνολογίες

Η εταιρεία θέτει σε εφαρμογή τα πλέον αυστηρά πρότυπα διεθνώς, στον τομέα αυτό, με την ασφάλεια να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα. Συνολικά, 3.342 δομικά στοιχεία της κατασκευής, ελέγχονται εξονυχιστικά σε ετήσια βάση, μέσω καινοτόμων τεχνολογικών συστημάτων (ειδικά λογισμικά, αισθητήρες παρακολούθησης), όσο και μέσω επιθεωρήσεων που πραγματοποιεί εξειδικευμένο προσωπικό (εναερίτες/αλπινιστές, δύτες), ρομποτικά οχήματα και drones.

Επενδύοντας διαρκώς σε τεχνολογίες αιχμής, η Γέφυρα συνεχίζει το ταξίδι της στο μέλλον τοποθετώντας στο κέντρο τον άνθρωπο, την κοινωνία και το περιβάλλον. Από το 2019 το σύνολο των αναγκών του έργου σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτεται 100% από ΑΠΕ, ενώ μέσω της εφαρμογής βέλτιστων πρακτικών καταφέρνει να μειώνει διαρκώς το συνολικό του περιβαλλοντικό αποτύπωμα.

Είναι χαρακτηριστικό πως το συνολικό ύψος (βάση έως κορυφή) του υψηλότερου πυλώνα της Γέφυρας φτάνει τα 227 μέτρα, ενώ για την κατασκευή της χρειάστηκαν 312.517 κυβικά μέτρα οπλισμένου σκυροδέματος, 17.700 τόνοι χάλυβα, 238.330 προεντεταμένοι κοχλίες, ενώ τοποθετήθηκαν 368 προεντεταμένα καλώδια ανάρτησης με το συνολικό μήκος χαλύβδινων τενόντων να αντιστοιχεί στην μισή ακτίνα της Γης.

Δεν μπαίνει STOP στους δρόμους βιώσιμης κινητικότητας

Από την πλευρά του, ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας κ. Πάνος Λούκας, με αφορμή τη συμπλήρωση των 20 ετών λειτουργίας του έργου δήλωσε: «Η Γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου είναι πολλά περισσότερα από ένα Έργο – ορόσημο.

Αποτελεί μια διαρκή υπενθύμιση όσων μπορούμε να καταφέρουμε όταν ενώνουμε δυνάμεις για έναν κοινό σκοπό. Η επέτειος των 20 ετών εκτός από περηφάνια μας γεμίζει και με ευθύνη. Ευθύνη για το μέλλον. Η Γέφυρα θα συνεχίσει να ανοίγει δρόμους βιώσιμης κινητικότητας, αποτελώντας ταυτόχρονα έναν ουσιαστικό σύμμαχο για τη χώρα, την οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη».

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή του έργου

Σύμφωνα με το Wikipedia, η γέφυρα σχεδιάστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και κατασκευάστηκε από την ελληνογαλλική κοινοπραξία με επικεφαλής εταιρεία την Vinci, η οποία περιλαμβάνει επίσης και τις Ελληνικές εταιρείες Ελληνική Τεχνοδομική-ΤΕΒ, J&P-ΑΒΑΞ, Αθηνά, Προοδευτική και Παντεχνική. Η κοινοπραξία διαχειρίζεται τη γέφυρα μέσω της θυγατρικής της εταιρείας ΓΕΦΥΡΑ ή ΓαλλοΕλληνικός Φορέας Υπερθαλάσσιας ζεύξης Ρίου- Αντιρίου. Ο επικεφαλής αρχιτέκτονας ήταν ο Μπερτζ Μικαελιάν. Η προετοιμασία του χώρου και η δικτύωση ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1998, και η κατασκευή των πυλώνων υποστήριξης το 2000. Με την ολοκλήρωση των συγκεκριμένων το 2003, ξεκίνησαν οι εργασίες στο κατάστρωμα κυκλοφορίας με την κατασκευή χάλυβα από την Cleveland Bridge U.K. και τα υποστηρικτικά καλώδια από την Freyssinet. Στις 21 Μαΐου του 2004 ολοκληρώθηκε η κύρια κατασκευή. Απέμενε η εγκατάσταση του εξοπλισμού και της υδατοπροστασίας.

Η γέφυρα εγκαινιάστηκε στις 7 Αυγούστου του 2004, μια εβδομάδα πριν από την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 στην Αθήνα. Λαμπαδηδρόμοι της Ολυμπιακής Φλόγας ήταν οι πρώτοι που διέσχισαν επίσημα τη γέφυρα σε όλο της το μήκος. Ένας από αυτούς ήταν ο Όττο Ρεχάγκελ, ο Γερμανός προπονητής της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου κατά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου 2004. Ένας ακόμη ήταν ο Κώστας Λαλιώτης, ο πρώην Υπουργός Δημοσίων Έργων, κατά τη θητεία του οποίου ξεκίνησε η κατασκευή του έργου.

Το συνολικό κόστος της κατασκευής ανερχόταν στα 630 εκατομμύρια ευρώ. Η κατασκευή χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό δημόσιο, την κοινοπραξία και δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε πριν από την αρχική εκτίμηση, η οποία προέβλεπε ολοκλήρωση των έργων μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου του 2004, και εντός προϋπολογισμού.

Σχετικά Άρθρα