Στις 47.000 υπολογίζονται οι καταχωρήσεις από μεμονωμένους ιδιώτες -ιδιοκτήτες ακινήτων Airbnb στην Ελλάδα, η οποία ανήκει στις ευρωπαϊκές αγορές όπου ακόμη οι επαγγελματίες διαχειριστές έχουν μικρό μερίδιο.
Με βάση τα στοιχεία από τη διεθνή εταιρεία αναλύσεων δεδομένων Pricelabs, που παρουσίασε τη σχετική μελέτη στο συνέδριο του Συνδέσμου Εταιρειών Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων STAMA το περασμένο διήμερο 14 – 15 Φεβρουαρίου, οι περισσότερες καταχωρήσεις βραχυχρόνιας μίσθωσης ανά την Ελλάδα αφορούν τους μικρούς (από 2 έως 10 καταχωρήσεις) και τους μεμονωμένους διαχειριστές, αυτούς δηλαδή που έχουν μόλις μία καταχώρηση.
Ειδικότερα, το μερίδιο των λεγόμενων «μικρών» ανέρχεται στο 44% με 57.800 καταχωρήσεις, των μεμονωμένων στο 35% και ακολουθεί η κατηγορία των μεσαίων διαχειριστών, αυτών δηλαδή που έχουν από 11 έως 50 καταχωρήσεις.
Σε αυτή την κατηγορία αντιστοιχεί ποσοστό 11% επί του συνόλου στις πλατφόρμες, ενώ για τους λεγόμενους «μεγάλους» με πάνω από 50 ακίνητα στην «ομπρέλα» τους το αντίστοιχο μερίδιο είναι λίγο χαμηλότερα, στο 10%.
Ακριβώς αυτοί οι αριθμοί αθροίζουν ποσοστό 79% που ανήκει στους μεμονωμένους ή μικρούς οικοδεσπότες, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζει μάλλον και τον κατακερματισμό της αγοράς, παρά την άνοδο που έχει καταγράψει τα τελευταία χρόνια.
Σημειώνεται ότι με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την Pricelabs, η οποία επεξεργάζεται δεδομένα βραχυχρόνιων μισθώσεων αναλύοντας πάνω από 450 χιλιάδες καταχωρήσεις ανά ημέρα, για το Δεκέμβριο του 2024 στις πλατφόρμες ανά την Ελλάδα υπολογίζεται ότι ήταν καταχωρημένα περίπου 132.500 καταλύματα (εκτός μεμονωμένων δωματίων), ενώ ο μεγαλύτερος αριθμός με 140.900 καταχωρήσεις πανελλαδικά καταγράφηκε, όπως είναι φυσικό λόγω και της εποχικότητας του ελληνικού τουρισμού, στη διάρκεια της θερινής περιόδου και συγκεκριμένα το δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου.
Αύξηση κρατήσεων κατά 16% το 2024
Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024 οι κρατήσεις ήταν κατά πολύ αυξημένες σε σύγκριση με το 2023.
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι διανυκτερεύσεις αυξήθηκαν κατά 16% σε σχέση με την περασμένη χρονιά (2023) και κορυφώθηκαν τον Αύγουστο, ξεπερνώντας τα 2,5 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις.
Η πληρότητα στην Ελλάδα τον Αύγουστο αγγίζει το 80%, ενώ το χαμηλότερο σημείο της είναι τον Ιανουάριο που μόλις και μετά βίας ξεπερνά το 25%.
Αντίστοιχη πορεία ακολουθούν οι πληρότητες και σε άλλες ανταγωνιστικές αγορές της Μεσογείου, με τη Μάλτα και την Πορτογαλία να κινούνται σε υψηλότερα επίπεδα από την Ελλάδα, ενώ η Κροατία παρουσιάζει χαμηλότερα ποσοστά, με εξαίρεση την καλοκαιρινή περίοδο.
Η εποχικότητα των κρατήσεων αντικατοπτρίζεται και στις τιμές, οι οποίες κορυφώνονται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Εντός Ελλάδος, ξεκάθαρα υψηλότερη είναι η πληρότητα των καταλυμάτων στην Αθήνα, η οποία παρουσιάζει πτώση τους καλοκαιρινούς μήνες όπως είναι αναμενόμενο.
Ακολουθεί η Θεσσαλονίκη, μια λιγότερο εποχιακή αγορά, ενώ η Κρήτη παρουσιάζει «επιθετική» αύξηση κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.