Η Ευρώπη αναγνωρίζει για πρώτη φορά τον αντίκτυπο του κύκλου ζωής των κατασκευών στην κλιματική αλλαγή και τον θεμελιώδη ρόλο του στην αντιμετώπισή της.
Αυτό γίνεται σαφές από την πρόσφατη αναθεώρηση της Οδηγίας για την Ενεργειακή Απόδοση των Κτιρίων (EPBD).
Η αναθεωρημένη οδηγία θέτει νέες και πιο φιλόδοξες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για νέα και ανακαινισμένα κτίρια στην ΕΕ, ενθαρρύνοντας τα κράτη μέλη να ανακαινίσουν το κτιριακό τους απόθεμα.
Οι κύριοι στόχοι της αναθεώρησης είναι ότι έως το 2030 όλα τα νέα κτίρια θα πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών και ότι έως το 2050 το υπάρχον κτιριακό απόθεμα θα πρέπει να μετατραπεί σε κτίρια μηδενικών εκπομπών.
Τα κτίρια σε όλη την Ευρώπη καταναλώνουν το 40% της ενέργειας της ηπείρου και παράγουν το 36% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κατανάλωση ενέργειας τόσο σε νέα όσο και σε παλαιά κτίρια μπορεί να μειωθεί κατά περίπου 30-50% χωρίς να αυξηθεί σημαντικά το επενδυτικό κόστος
Στο πλαίσιο αυτό η συμπερίληψη ολόκληρου του κύκλου ζωής μιας κατασκευής, δηλαδή σχεδιασμός, κατασκευή, χρήση και διαχείριση των οικοδομικών του αποβλήτων, είναι απαραίτητη.
Έτσι το εύρος της απανθρακοποίησης των κτιρίων, επεκτείνεται σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους. Ως εκ τούτου, η EPBD εισάγει τον δείκτη δυναμικού υπερθέρμανσης του πλανήτη, ο οποίος επιτρέπει τη μέτρηση του αποτυπώματος άνθρακα σε ολόκληρη της διαδικασία κατασκευής, συντήρησης, ανακαίνισης, χρήσης και λήξης ζωής του κτιρίου.
Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο να οριστεί μια μέθοδο αξιολόγησης, ώστε να υπάρχουν επαρκή δεδομένα, τα οποία αναμένεται να ξεκλειδώσουν μεγαλύτερη διαφάνεια σε όλη την αλυσίδα αξίας ακινήτων.
Αύξηση του ρυθμού των ανακαινίσεων
Μία από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κατασκευαστικός τομέας για την επίτευξη του αποθέματος ακινήτων μηδενικών εκπομπών έως το 2050, το οποίο περιλαμβάνεται στο EPBD, συνίσταται στην επιτάχυνση των διαδικασιών ανακαίνισης.
Για την επίτευξη της πλήρους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα κτίρια, τα περισσότερα από αυτά θα πρέπει να αποκατασταθούν πριν από το 2050, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της μόνωσης των τοίχων και των στεγών, της αλλαγής των παραθύρων και, τέλος, της προστασίας μας όσο το δυνατόν περισσότερο από το κρύο και τη ζέστη.
Η οδηγία περιλαμβάνει επίσης χρηματοδοτικά μέσα για να βοηθήσει αυτή τη μετάβαση και στοιχεία όπως η ημερομηνία λήξης για τη χρήση ορυκτών καυσίμων – άνθρακα, ντίζελ ή φυσικού αερίου – μέσα στα κτίρια.
Με αυτόν τον τρόπο, από το 2025 και μετά, δεν θα είναι δυνατή η επιδότηση της εγκατάστασης συστημάτων θέρμανσης ή κλιματισμού που χρησιμοποιούν αυτά τα καύσιμα και από το 2040 και μετά, οποιοσδήποτε λέβητας ή εξοπλισμός που λειτουργεί με αυτά τα καύσιμα θα πρέπει να καταργηθεί σταδιακά.
Μετά την προσωρινή συμφωνία που επιτεύχθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο, η τελική έγκριση της τροποποίησης της οδηγίας αναμένεται να γίνει τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους.