Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτή την στιγμή μόλις 10 γήπεδα γκολφ όταν η Πορτογαλία, μία ευρωπαϊκή χώρα αντίστοιχου μεγέθους, διαθέτει 113 γήπεδα, ενώ στην «πρωταθλήτρια» του τουρισμού γκολφ στην Ευρώπη, την Ισπανία, το συνολικό όφελος στην οικονομία από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ξεπερνά τα 12,8 δισ. ευρώ.
Ακριβώς αυτές τις περαιτέρω προοπτικές της χώρας μας στη συγκεκριμένη αγορά εξετάζει η τελευταία μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) «Η συμβολή του γκολφ στην ελληνική οικονομία».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΙΟΒΕ κ. Γιάννη Ρέτσο, στη χώρα μας η αναλογία είναι μόλις ένα γήπεδο γκολφ ανά εκατομμύριο κατοίκων, στην Ισπανία και την Πορτογαλία η αντίστοιχη αναλογία είναι πάνω από οκτώ γήπεδα ανά εκατομμύριο κατοίκων και στην Ιταλία είναι περισσότερα από πέντε.
Αν η Ελλάδα κινούνταν στα επίπεδα της Ιταλίας «θα έπρεπε να μιλάμε για πάνω από 50 γήπεδα στη χώρα», ανέφερε ο κ. Ρέτσος, αναγνωρίζοντας ότι ένα σημαντικό πρόβλημα για την ανάπτυξη της συγκεκριμένης δραστηριότητας είναι και οι μεγάλες εκτάσεις που απαιτούνται γι’ αυτού του είδους τις επενδύσεις ειδικά όταν στην Ελλάδα υπάρχει πολύ μεγάλη κατάτμηση γης.
«Αυτό είναι ούτως ή άλλως πρόβλημα και για άλλες δραστηριότητες, π.χ. τον αγροτικό και τον πρωτογενή τομέα».
Το πρόβλημα κατάφερε να ξεπεράσει ο όμιλος Κωνσταντακόπουλου με την Costa Navarino στη Μεσσηνία όπου «μετά από πολλά χρόνια και μια σκληρή διαδικασία κατάφερε να ενοποιήσει εκτάσεις, δημιουργώντας τα γήπεδα γκολφ στην περιοχή της Πύλου στη Μεσσηνία, ενισχύοντας τον προορισμό. Άλλα προβλήματα με περιβαλλοντικές ενστάσεις, έχουν απαντηθεί από την εξέλιξη των πραγμάτων. Η σωστή διαχείριση και το εισόδημα το οποίο προέρχεται από τους γκολφέρ μπορεί να οδηγήσει σε μια πάρα πολύ καλή εκμετάλλευση των υδάτινων πόρων και τη συντήρηση των εκτάσεων αυτών, εξασφαλίζοντας την απαραίτητη βιωσιμότητα», δήλωσε ο κ. Ρέτσος επισημαίνοντας ότι το γκολφ θα μπορούσε να αποτελέσει για τη χώρα μια σημαντική πηγή επιπλέον εσόδων και μάλιστα σε περιόδους εκτός αιχμής, κάτι που έχει ανάγκη ο ελληνικός τουρισμός που θα φτάσει φέτος σε νέο ιστορικό υψηλό με πάνω από 21 δισ. ευρώ εσόδων.
Γεωγραφική και χρονική επέκταση της τουριστικής περιόδου
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρόεδρος του Συνδέσμου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ. Γιάννης Παράσχης, δηλώνοντας ότι το γκολφ μπορεί να οδηγήσει σε επέκταση – γεωγραφική και χρονική – της τουριστικής περιόδου.
«Προφανώς οι αδειοδοτήσεις για τέτοιου είδους αναπτύξεις προχωρούν αργά, όπως και τα περιβαλλοντικά ζητήματα στη χώρα μας δεν είναι ποτέ εύκολα, χωρίς καθυστερήσεις ή περιπέτειες», δήλωσε ο ίδιος αναφέροντας ότι η κάθε πλευρά θα πρέπει να αναλάβει το μερίδιο που της αναλογεί.
«Επειδή δε ζούμε σε μία κοινωνία και σε μια οικονομία κεντρικού σχεδιασμού, προφανώς, το συνολικό προϊόν θα πρέπει να είναι ένας συνδυασμός ιδιωτικής πρωτοβουλίας, Περιφερειακής πολιτικής και κεντρικής κυβέρνησης», ανέφερε ο κ. Παράσχης θέτοντας το θέμα της ανάπτυξης του γκολφ σε 3 – 4 περιοχές.
«Ξεφεύγοντας από ταμπού, με ρεαλισμό, θα έλεγα να δούμε τι είναι ελκυστικό για τη χώρα γιατί η συγκεκριμένη δραστηριότητα έχει να προσφέρει ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το οποίο χρειάζεται και έχει ανάγκη ο ελληνικός τουρισμός».
Ερωτηθείς για το κόστος της γης και άρα το απαιτούμενο ύψος των επενδύσεων, ο ίδιος απάντησε ότι «πουθενά στη Μεσόγειο η γη δεν είναι φθηνή», ενώ σε σχέση με την κατανάλωση νερού και ενέργειας «έχουν δοθεί οι απαντήσεις από την τεχνολογία κι έχουμε δει το άθλημα να αναπτύσσεται σε περιοχές που κατά μια έννοια είναι πιο ερημικές και άνυδρες, όπως π.χ. στην Αριζόνα των ΗΠΑ».
Για τον τουρισμό η ανάπτυξη του γκολφ μπορεί να αποτελέσει και την απάντηση στην άνιση κατανομή που υπάρχει μέχρι σήμερα των τουριστικών εσόδων.
Για παράδειγμα, η Πελοπόννησος που έχει πλέον αντικειμενικά το προβάδισμα με περισσότερα γήπεδα γκολφ (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που είναι υπό ανάπτυξη όπως π.χ. στο Kilada Hills) όπως ανέφερε ο κ. Παράσχης αυτή την στιγμή δέχεται ένα πολύ μικρό ποσοστό ξένων επισκεπτών, μόλις 2% επί του συνόλου όπερ 730 χιλιάδες επισκέπτες στα 35 εκατ. της χώρας. Όπως έχει επισημάνει κατ’ εξακολούθηση ο ΣΕΤΕ θα πρέπει να ξεφύγουμε από το μοντέλο των πέντε Περιφερειών (σ.σ. Νότιο Αιγαίο, Κρήτη, Αττική, Ιόνια Νησιά, Κεντρική Μακεδονία) που έχουν πάνω από το 85% των εισπράξεων από τον εισερχόµενο τουρισµό».
Περιορισμένη συμβολή στην οικονομία της χώρας
Η Ελλάδα διαθέτει 10 γήπεδα γκολφ σε αυτόνομες εγκαταστάσεις ή σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα.
Σε λειτουργία βρίσκονται τα γήπεδα στην Αθήνα (Γλυφάδα), τη Μεσσηνία, την Κρήτη, τη Χαλκιδική και την Κέρκυρα, ενώ στη Ρόδο αναμένεται να λειτουργήσει μαζί με ξενοδοχειακή μονάδα. Η συμβολή του γκολφ στην ελληνική οικονομία είναι ακόμα σχετικά περιορισμένη.
Τα έσοδα από τη λειτουργία των γηπέδων γκολφ το 2022 εκτιμώνται σε πάνω από 10 εκατ. ευρώ, μόνο από τη δραστηριότητα γκολφ, χωρίς τις διασυνδεδεμένες υπηρεσίες φιλοξενίας και εστιατορίων, με σημαντική αύξηση σε σύγκριση με το 2019 (6,35 εκατ. ευρώ).
Αντίστοιχα, ο συνολικός αριθμός των επισκεπτών της χώρας που αθλούνται στα γήπεδα γκολφ εκτιμώνται σε περίπου 50 χιλιάδες.
Η συνολική συμβολή των εγκαταστάσεων γκολφ σε όρους ΑΕΠ από τη λειτουργία των γηπέδων, καθώς και τις ευρύτερες επιδράσεις στον τουρισμό, εκτιμάται σε 111,4 εκατ. ευρώ.
Σε όρους απασχόλησης, η συνολική επίδραση εκτιμάται σε περίπου 4,3 χιλιάδες θέσεις εργασίας, με τις περισσότερες από αυτές να σχετίζονται με την τουριστική δαπάνη των επισκεπτών.
Επίσης, η κατασκευή ενός γηπέδου γκολφ μπορεί να συνεισφέρει επιπλέον 25 εκατ. ευρώ σε όρους ΑΕΠ συνολικά κατά την κατασκευή τους, στηρίζοντας έως και 250 θέσεις εργασίας ευρύτερα στην οικονομία.
Η λειτουργία ξενοδοχειακών συγκροτημάτων με εγκαταστάσεις γηπέδων γκολφ συμβάλλει σύμφωνα με τη μελέτη στην επιμήκυνση της ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες κατά τις περιόδους χαμηλής ζήτησης.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της λειτουργίας της Costa Navarino όπου οι αφίξεις εξωτερικού (εκτός καλοκαιρινής περιόδου) στον αερολιμένα «Καπετάν Βασ. Κωνσταντακόπουλος» έχουν δεκαπλασιαστεί από το 2010.
Επιπλέον, τα οφέλη διαχέονται και στην ευρύτερη περιοχή, καθώς οι αφίξεις αλλοδαπών στα ξενοδοχειακά καταλύματα της Π.Ε. Μεσσηνίας είναι περίπου 6 φορές υψηλότερες το 2023 σε σχέση με το 2012.