Παγκόσμιοι ηγέτες, ανώτεροι υπουργοί και βασικοί παράγοντες της κλιματικής διπλωματίας δήλωσαν επανειλημμένα τη δέσμευσή τους στη Συμφωνία του Παρισιού την εβδομάδα που πέρασε, αντιδρώντας στην απόφαση του Donald Trump να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία, όπως αναμεταδίδει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Η απόφαση αυτή υπονομεύει τις ελπίδες διατήρησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον στόχο του 1,5°C πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα, όπως προβλέπει η συμφωνία. Παρόλο που οι ελπίδες για επίτευξη του στόχου μειώνονταν ήδη ραγδαία, η τήρηση αυστηρών περικοπών εκπομπών ρύπων μπορεί ακόμα να κάνει τη διαφορά.
Εκτός από την απόσυρση από τη Συμφωνία του Παρισιού, ο Trump κατάργησε πολλούς περιορισμούς και κίνητρα για τη μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, υποστηρίζοντας μάλιστα τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες. Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο, ενώ η παραγωγή πετρελαίου έφτασε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα κατά την προεδρία του Biden.
Παρότι η Πράξη Μείωσης του Πληθωρισμού του Biden βοήθησε την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι δράσεις του Trump θα μπορούσαν να αυξήσουν τη θερμοκρασία της Γης κατά περίπου 0,3°C και να ενθαρρύνουν άλλες χώρες να περιορίσουν τις δικές τους προσπάθειες.
Ωστόσο, η πρόοδος έχει γίνει και χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ στο παρελθόν. Ο Trump είχε ξεκινήσει τη διαδικασία απόσυρσης και κατά τη διάρκεια της προηγούμενης προεδρίας του, αν και τέθηκε σε ισχύ μόλις έφυγε από το αξίωμα. Ακόμα και πριν από αυτό, η διεθνής συμφωνία για το κλίμα καθυστερούσε χρόνια κατά τη διάρκεια της προεδρίας του George W. Bush.
Πλέον, οι ΗΠΑ συγκαταλέγονται ανάμεσα σε λίγα κράτη που έχουν απορρίψει τη συμφωνία, όπως η Λιβύη, το Ιράν και η Υεμένη. Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ παραμένουν μία από τις δύο μεγαλύτερες πηγές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα – μαζί με την Κίνα – η σημασία τους μειώνεται καθώς οι αναπτυσσόμενες χώρες αυξάνουν ραγδαία το μερίδιό τους στις παγκόσμιες εκπομπές.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, δήλωσε στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός:
«Η Συμφωνία του Παρισιού παραμένει η καλύτερη ελπίδα για όλη την ανθρωπότητα. Η Ευρώπη θα συνεχίσει να εργάζεται με όλα τα έθνη που θέλουν να προστατεύσουν τη φύση και να σταματήσουν την υπερθέρμανση του πλανήτη».
Ο Wopke Hoekstra, Επίτροπος Κλίματος της ΕΕ, χαρακτήρισε την απόφαση «μια πραγματικά ατυχή εξέλιξη», αλλά τόνισε: «Παρά αυτή την οπισθοδρόμηση, παραμένουμε δεσμευμένοι να συνεργαστούμε με τις ΗΠΑ και τους διεθνείς εταίρους μας».
Ο Ed Miliband, Υπουργός Ενέργειας και Καθαρής Μετάβασης, δήλωσε ότι θα προσπαθήσει να βρει κοινό έδαφος με τον Trump, προσθέτοντας:
«Η μετάβαση προς την καθαρή ενέργεια είναι ασταμάτητη».
Ο William Hague έγραψε ότι η εγκατάλειψη της συμφωνίας ισοδυναμεί με «άρνηση της πραγματικότητας» για μια χώρα που αντιμετωπίζει όλο και πιο καταστροφικές φυσικές καταστροφές.
Ο Steven Guilbeault, Υπουργός Περιβάλλοντος, χαρακτήρισε την απόφαση «απαράδεκτη» και σημείωσε ότι, παρά την απουσία των ΗΠΑ, 194 χώρες παραμένουν δεσμευμένες στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής.
Η Ομάδα Διαπραγματευτών για το Κλίμα της Αφρικής χαρακτήρισε την απόφαση «άμεση απειλή για τις παγκόσμιες προσπάθειες». Σημείωσε επίσης τις σοβαρές συνέπειες για τις ευάλωτες χώρες που ήδη αντιμετωπίζουν ακραία καιρικά φαινόμενα.
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών, Guo Jiakun, τόνισε:
«Η κλιματική αλλαγή είναι κοινή πρόκληση της ανθρωπότητας. Καμία χώρα δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη ή να λύσει το πρόβλημα μόνη της».
Η Υπουργός Περιβάλλοντος, Marina Silva, δήλωσε ότι οι αποφάσεις του Trump είναι «το αντίθετο της επιστήμης και της κοινής λογικής», επισημαίνοντας τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ακόμα και στις ΗΠΑ.