Τη βιωσιμότητα του Πηνειού ποταμού απειλεί η παρατεταμένη ξηρασία, ως αποτέλεσμα της εξάντλησης των υδατικών πόρων στην περιοχή, με τους αγρότες να βρίσκονται σε μεγάλο αδιέξοδο, καθώς μετά τις καταστροφικές πλημμύρες καλούνται να αντιμετωπίσουν μία ακόμα οικολογική καταστροφή.
Η μέση ετήσια παροχή του ποταμού υπολείπεται συστηματικά του ελάχιστου επιτρεπόμενου οικολογικού ορίου, που πρακτικά ορίζει και τη βιωσιμότητα.
Ο Νικήτας Μυλόπουλος καθηγητής – διευθυντής Εργαστηρίου Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας τονίζει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, πως τα αίτια της οικολογικής καταστροφής είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα:
Ο ίδιος κάνει ειδικά μια αναφορά και σε επεισόδια ξηρασίας στη Θεσσαλία, τονίζοντας: «Στην Ελλάδα η αύξηση του ρυθμού εμφάνισης ανάλογων ακραίων φυσικών φαινομένων είναι επίσης γεγονός: παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας με έντονες καταιγίδες να τις ακολουθούν, θερμότεροι χειμώνες που εναλλάσσονται με εντονότερους καύσωνες, συχνότερες δασικές πυρκαγιές και πλημμύρες σε μία χώρα με ήδη έντονα τα σημάδια της οικολογικής υποβάθμισης, ή και καταστροφής.
Σε πρόσφατη μελέτη του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, καταδεικνύεται ότι τα επεισόδια ξηρασίας στην περιοχή της Θεσσαλίας θα διπλασιαστούν την περίοδο 2070-2100, θα έχουν μεγαλύτερη δριμύτητα και διάρκεια και θα πλήξουν μεγαλύτερο ποσοστό έκτασης και για τα δύο κοινωνικοοικονομικά σενάρια κλιματικής αλλαγής. Ανάλογα είναι τα αποτελέσματα και για την πρόβλεψη των πλημμυρικών φαινομένων.
Όλα αυτά σε μία γεωγραφική περιοχή με ήδη εντονότατα τα σημάδια οικολογικής υποβάθμισης, στα όρια της ερημοποίησης, ως αποτέλεσμα της τεράστιας ανθρωπογενούς πίεσης που ασκήθηκε στους φυσικούς πόρους της για την κάλυψη των αρδευτικών της δραστηριοτήτων».
Τα αποτελέσματα σχετικής μελέτης για το υδατικό δυναμικό της Θεσσαλίας που εκπονήθηκε από το ίδιο, πριν τις πλημμύρες, στο επιστημονικό εργαστήριο, επιβεβαιώνουν ότι τα επί σειρά ετών αρνητικά υδατικά ισοζύγια στις λεκάνες απορροής έχουν οδηγήσει σε εξάντληση, εκτός των ανανεώσιμων, και μεγάλου μέρους των μόνιμων υδατικών αποθεμάτων».