Σε μια κομβική τηλεφωνική συνομιλία που αποτυπώνει τη σημασία της συνεργασίας Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πράσινη μετάβαση και την κλιματική ουδετερότητα, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, συνομίλησε με τον Ευρωπαίο Επίτροπο για το Κλίμα, το Μηδενικό Ισοζύγιο Εκπομπών και την Καθαρή Ανάπτυξη, Wopke Hoekstra.
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας, οι δύο αξιωματούχοι εστίασαν σε τρεις βασικές θεματικές:
Ο Υπουργός Παπασταύρου παρουσίασε την πρόοδο της Ελλάδας στην υλοποίηση των κλιματικών στόχων, αναδεικνύοντας τις βασικές πολιτικές που έχουν δρομολογηθεί για την επίτευξη του πράσινου μετασχηματισμού.
Ο Επίτροπος Hoekstra, αναγνωρίζοντας τη συστηματική προσπάθεια της χώρας, χαρακτήρισε την Ελλάδα ως “παράδειγμα προς μίμηση” όχι μόνο για τη Νότια Ευρώπη, αλλά και για ολόκληρη την ήπειρο.
Σχετικά με τον υπό διαμόρφωση στόχο της Ε.Ε. για το 2040, ο κ. Παπασταύρου τόνισε την ανάγκη για έναν ρεαλιστικό σχεδιασμό, που θα βασίζεται στην πολιτική και κοινωνική συναίνεση καθώς και σε επαρκείς οικονομικούς πόρους.
Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία της παροχής ευελιξίας στα κράτη-μέλη, ώστε να καθορίσουν μεμονωμένα τα εργαλεία και τις τεχνολογίες με τις οποίες θα επιτύχουν τους στόχους.
Ο Έλληνας Υπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στην ανάγκη για οικονομικά προσιτές καινοτόμες πράσινες τεχνολογίες, καθώς και ανταγωνιστικές τιμές ενέργειας, ώστε να στηριχθούν κρίσιμες κατηγορίες όπως:
Ιδιαίτερη μνεία έγινε στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ 2), που θα επεκταθεί σε μεταφορές και οικιακή κατανάλωση από το 2027.
Ο κ. Παπασταύρου υπογράμμισε την ανάγκη για προσεκτική μελέτη των επιπτώσεων που θα έχει αυτό:
Κομβικής σημασίας θεωρείται και η πορεία του Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα (SCF), το οποίο έχει δημιουργήσει η Ε.Ε. για να εξασφαλίσει ότι η κλιματική μετάβαση θα είναι δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς.
Το Ταμείο θα ενισχύσει:
Ο κ. Παπασταύρου προσκάλεσε τον Επίτροπο Hoekstra να επισκεφθεί την Ελλάδα τους επόμενους μήνες, με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο να αποδέχεται την πρόταση.
Η επίσκεψη αυτή αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία ανάμεσα στις δύο πλευρές, τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και τεχνογνωσίας.