Μια πολυαναμενόμενη μελέτη έδωσε στη δημοσιότητα την Τρίτη (17/12), η κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ, Joe Biden, αναφορικά με τις οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Σύμφωνα με τη μελέτη, τα ευρήματα καταδεικνύουν την ανάγκη για προσεκτική προσέγγιση στη χορήγηση νέων αδειών.
Ο Biden είχε «παγώσει» τον Ιανουάριο τις εγκρίσεις από το Υπουργείο Ενέργειας (DOE) για εξαγωγές LNG προς μεγάλες αγορές της Ασίας και της Ευρώπης, προκειμένου η κυβέρνησή του να εκπονήσει την εν λόγω μελέτη. Αυτή η απόφαση είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από τη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως μεταδίδει το Reuters.
«Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι μια προσέγγιση τύπου ‘business as usual’ δεν είναι ούτε βιώσιμη ούτε συνετή», δήλωσε η υπουργός Ενέργειας, Jennifer Granholm, στους δημοσιογράφους πριν τη δημοσίευση της μελέτης.
Σε επιστολή της για τα ευρήματα, η Granholm τόνισε ότι η αύξηση των εξαγωγών LNG ενέχει τον κίνδυνο δραματικής αύξησης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και θα μπορούσε να προκαλέσει αυξήσεις στις τιμές ενέργειας για τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Αντίθετα, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Donald Trump, ο οποίος θα επιστρέψει στον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, έχει δεσμευτεί να τερματίσει άμεσα το «μορατόριουμ» στις νέες άδειες εξαγωγών LNG, υπερασπιζόμενος την ανάπτυξη των ορυκτών καυσίμων και εκφράζοντας σκεπτικισμό για την κλιματική αλλαγή.
Η μελέτη παρουσίασε διάφορα σενάρια για τις επιπτώσεις των εξαγωγών LNG, ανάλογα με τις πολιτικές για το κλίμα, την τεχνολογία και τη διαθεσιμότητα πόρων τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Η μελέτη στοχεύει να καθοδηγήσει τις αποφάσεις του Υπουργείου Ενέργειας για τις νέες άδειες εξαγωγών LNG, καθώς το υπουργείο είναι νομικά υποχρεωμένο να αποφασίζει εάν οι εξαγωγές εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.
Το LNG είναι φυσικό αέριο που έχει ψυχθεί σε υγρή κατάσταση, μειώνοντας τον όγκο του και επιτρέποντας τη μεταφορά του σε περιοχές όπου δεν φτάνουν οι αγωγοί.
Όταν ρωτήθηκε εάν τα ευρήματα της μελέτης θα μπορούσαν να δώσουν στους αντιπάλους των εξαγωγών LNG νομικά ερείσματα για να αμφισβητήσουν νέες άδειες στα δικαστήρια, ένας αξιωματούχος του Υπουργείου Ενέργειας, μιλώντας ανώνυμα, απάντησε ότι αυτά τα ευρήματα πρέπει πρώτα να ληφθούν υπόψη από κάθε Αμερικανό υπουργό Ενέργειας. Ο αξιωματούχος σημείωσε επίσης ότι όσοι υποστηρίζουν περιορισμούς στις εξαγωγές LNG διαθέτουν μια σειρά νομικών και νομοθετικών μέσων, τα οποία η μελέτη μπορεί να ενισχύσει.
Η μελέτη επεσήμανε επίσης ότι, παρόλο που η Ευρώπη αποτελεί τον κορυφαίο προορισμό για LNG των ΗΠΑ από το 2016, ειδικά μετά την αποδέσμευσή της από το ρωσικό αέριο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, η παγκόσμια ζήτηση και οι μελλοντικοί προορισμοί για το αμερικανικό LNG παραμένουν αβέβαιοι.
«Οι ευρωπαϊκές πολιτικές κινούνται προς τη μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου», ανέφερε η μελέτη. Αντίθετα, η ζήτηση φυσικού αερίου και LNG στην Ασία αναμένεται να αυξηθεί στα περισσότερα σενάρια.
Οι υποστηρικτές του LNG ισχυρίστηκαν ότι η μελέτη των ΗΠΑ επηρεάστηκε από πολιτικούς παράγοντες λόγω της εκλογικής χρονιάς.
Την ίδια ημέρα, μια ξεχωριστή μελέτη από την S&P Global κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εξαγωγές LNG των ΗΠΑ έχουν συνεισφέρει περισσότερα από 400 δισ. δολάρια στο ΑΕΠ της χώρας την τελευταία δεκαετία, υποστηρίζοντας περίπου 273.000 θέσεις εργασίας, ενώ εκτιμάται ότι θα προσθέσουν 495.000 θέσεις εργασίας έως το 2040.
“Οι εξαγωγές LNG δεν εξυπηρετούν μόνο το εθνικό συμφέρον της Αμερικής, αλλά και το παγκόσμιο συμφέρον, συμπεριλαμβανομένων των Ευρωπαίων συμμάχων μας που επιδιώκουν να απεξαρτηθούν από το ρωσικό αέριο,” δήλωσε σε ανακοίνωσή του το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ.