Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) προβλέπει ότι η οικονομική ανάπτυξη της χώρας φτάνει στο ανώτατο σημείο της το 2025, ενώ ταυτόχρονα εκτιμά ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα κορυφωθεί στο 2,5% το 2024 από 2,3% που αναμένεται το 2025. Στη συνέχεια, ο ρυθμός ανάπτυξης θα επιβραδυνθεί περαιτέρω, φτάνοντας στο 2,3% το 2026 και στο 2% το 2027.
Σύμφωνα με το μηναίο οικονομικό δελτίο της ΤτΕ, η ελληνική οικονομία τη διετία 2025-26 θα παρουσιάσει υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ. Οι βασικοί παράγοντες της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδυτικές δαπάνες, που ενισχύονται από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, και η κατανάλωση, η οποία επωφελείται από την αύξηση της απασχόλησης, την ενίσχυση των μισθών και τη μείωση του πληθωρισμού.
Επιπλέον, η μείωση του δημόσιου χρέους κάτω από το 150% του ΑΕΠ το 2025 και η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων αναμένεται να ενισχύσουν το επενδυτικό κλίμα και να οδηγήσουν σε νέες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
Η ΤτΕ επισημαίνει ότι οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη είναι κυρίως καθοδικοί, με πιθανότητες επιβράδυνσης λόγω:
Αντίθετα, θετική έκπληξη για την ανάπτυξη μπορεί να προκύψει από υψηλότερα τουριστικά έσοδα.
Κατά την περίοδο 2021-2027, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει πάνω από 70 δισ. ευρώ από κονδύλια της ΕΕ, εκ των οποίων περίπου 36 δισ. ευρώ προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης (NGEU). Τα υπόλοιπα αφορούν κονδύλια του ΕΣΠΑ, τα οποία εστιάζουν σε έργα με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως η εξοικονόμηση ενέργειας, η πράσινη μετάβαση, ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, η πλήρης υλοποίηση του σχεδίου ανάκαμψης μπορεί να αυξήσει το πραγματικό ΑΕΠ κατά 7% έως το 2026, χάρη στην ενίσχυση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας.