Έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) ανέλυσε τους παράγοντες που συμβάλλουν στον καθορισμό των τιμών των ωποροκηπευτικών και της αλυσίδας εφοδιασμού τους στην Ελλάδα.
Στη μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκαν διάφορες πηγές δεδομένων, όπως στοιχεία κόστους από παραγωγούς, χονδρεμπόρους και λιανεμπόρους, συνεντεύξεις με εμπλεκόμενους και οργανισμούς, στοιχεία από έρευνες καταναλωτών και δεδομένα από την ΕΛΣΤΑΤ.
Η έρευνα εστίασε στα τρία πιο δημοφιλή φρούτα και τα τρία πιο δημοφιλή λαχανικά, τα οποία αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% των συνολικών πωλήσεων στις κατηγορίες τους. Συγκεκριμένα εξετάστηκαν τα εξής προϊόντα:
Η έρευνα ανέδειξε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό πωλήσεων γίνεται μέσω της λαϊκής αγοράς, η οποία εκπροσωπεί το 50% των συνολικών πωλήσεων, ακολουθούμενη από τα σούπερ μάρκετ (30%), τα οπωροπωλεία (12%) και την άμεση πώληση από τον παραγωγό (8%). Τα μεγαλύτερα ποσοστά των σούπερ μάρκετ παρατηρούνται στις αγορές πατάτας και κρεμμυδιού (34%), ενώ η λαϊκή αγορά κυριαρχεί στις πωλήσεις ντομάτας (54%), πορτοκαλιών (52%) και μήλων (51%).
Η έρευνα του ΙΕΛΚΑ εμβάθυνε στις βασικές πηγές κόστους σε κάθε στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αναλυτικά:
Η διαμόρφωση της τελικής τιμής περιλαμβάνει μια σειρά από παραμέτρους που σχετίζονται με το κράτος, όπως ο ΦΠΑ, οι φόροι εισοδήματος και οι εργοδοτικές εισφορές. Σύμφωνα με την έρευνα, το μεγαλύτερο ποσοστό της τελικής τιμής προέρχεται από τον παραγωγό, με ποσοστό 43%. Ακολουθούν:
Επιπλέον, οι φόροι του δημοσίου αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1/4 της τελικής τιμής.
Αναλύοντας τα κόστη ανά κατηγορία, διαπιστώνουμε ότι:
Συνολικά, τα καθαρά κέρδη προ φόρων για τους εμπλεκόμενους στην εφοδιαστική αλυσίδα είναι 12%, με διακυμάνσεις ανάλογα με το προϊόν, ενώ υπάρχουν παραδείγματα ζημιών σε ορισμένα προϊόντα λιανικής.
Αναφορικά με τις τιμές των προϊόντων, παρατηρείται ότι τα τελευταία τέσσερα χρόνια ακολουθούν παρόμοια πορεία, με τις τιμές του παραγωγού να αυξάνονται:
Συμπεράσματα της έρευνας