“Πρόσφατα συζητούσα με έναν γνωστό μου στο Παρίσι, ένα ανώτερο στέλεχος γύρω στα 55, που εργάζεται σε μια γαλλική εταιρεία στον τομέα της εκπαίδευσης. Παραπονιόταν για αυτό που θεωρεί ως έλλειψη πίστης και δέσμευσης στους νεότερους εργαζομένους που διαχειρίζεται – τόσο στους millennials όσο και στη γενιά Z.
Υποθέτω ότι ο συγκεκριμένος διευθυντής είναι, κατά πάσα πιθανότητα, ένας καλός προϊστάμενος – τουλάχιστον, ο άνθρωπος που γνωρίζω είναι συμπονετικός, ευέλικτος και έχει παραδεχτεί ότι θα έδινε αυξήσεις σε όλους, αν μπορούσε.
Έτσι, κράτησα το στόμα μου κλειστό. Αλλά μέσα μου, κάθε κύτταρό μου χειροκροτούσε όλους εκείνους τους υφισταμένους που είχαν το θάρρος να φύγουν από μια δουλειά που δεν τους ταίριαζε ή που απαιτούσαν περισσότερη ευελιξία στις ώρες και τις τοποθεσίες εργασίας τους”.
Αυτά αφηγείται ο Alexander Hurst, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο πολιτικών επιστημών Sciences Po του Παρισιού στην βρετανική εφημερίδα Guardian.
Τι είναι το κίνημα του “quiet quitting” ;
Η φράση “quiet quitting” (“σιωπηλή παραίτηση”) αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο Urban Dictionary τον Μάιο του 2022, αλλά οι millennials είχαν ήδη αποκτήσει τη φήμη των «δύσκολων» υπαλλήλων πολύ νωρίτερα από τότε.
Και τώρα, μετά από την επονομαζόμενη “Μεγάλη Παραίτηση” στις ΗΠΑ – την περίοδο μετά τον Covid – το διαδίκτυο βουίζει από φήμες ότι μια “Μεγάλη Παραίτηση 2.0” ίσως είναι στα σκαριά.
Αυτη η κρίση στον εργασιακό τομέα, μπορεί να προκληθεί από εργοδότες, όπως η Amazon, που επιμένουν ότι το προσωπικό θα πρέπει να επιστρέψει στο γραφείο πέντε ημέρες την εβδομάδα από το 2025, τη στιγμή που πολλοί εξακολουθούν να προτιμούν υβριδικά μοντέλα εργασίας που έγιναν δημοφιλή κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αυτά τα στοιχεία δείχνει μια μελέτη από το LinkedIn και τη Microsoft, η οποία διαπίστωσε ότι ακόμη περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους σήμερα από ό,τι το 2021.
Η έρευνα, που πήρε δείγμα από 31.000 άτομα σε 31 χώρες, αποκάλυψε ότι το 46% των εργαζομένων θέλει να φύγει από τη δουλειά του τον επόμενο χρόνο – μεγαλύτερο ποσοστό συγκριτικά με το 40% το 2021.
Φυσικά, υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο να θέλεις να παραιτηθείς και στο να έχεις τη δυνατότητα να το κάνεις.
Οι millenials σε ρόλο “καταναλωτή”
Μέσα στη συζήτηση για μια πρόσφατη έρευνα της Gallup – που επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά ότι οι millennials είναι πιο πιθανό να αναζητήσουν νέες δουλειές, είναι πιο “ανοιχτοί” στο να τις αναλάβουν διαφορετικά πόστα και άρα φαντάζουν λιγότερο αφοσιωμένοι στην εργασία και πιο πιθανό να σκεφτούν την αποχώρησή τους από τον τρέχοντα εργοδότη – ξεχώρισε η παρατήρηση ενός από τους συγγραφείς της αναφοράς: «Οι millennials φέρονται ως “καταναλωτές” (consumers) του εργασιακού χώρου».
Είμαι σίγουρη ότι αυτή η φράση ειπώθηκε με ελαφρώς υποτιμητική διάθεση. Αν και οι επιχειρήσεις έχουν συνηθίσει τη συχνή εναλλαγή δουλειάς από τους millennials, «δεν είναι σίγουρα κάτι που επιθυμούν», λέει η Vanessa Forslev, σύμβουλος HR στη Μινεάπολη – και η ίδια millennial.
«Οι συχνές παραιτήσεις και αλλαγές προκαλούν αναστάτωση, υψηλό κόστος για την εκπαίδευση νέων εργαζομένων, και ηθική απογοήτευση όταν ένα μέλος της ομάδας φεύγει.»
Είναι όμως πράγματι έκπληξη για τις επιχειρήσεις το γεγονόες ότι οι millennials φέρονται στους χώρους εργασίας ως «καταναλωτές»;
“Οι επιχειρήσεις μας καταναλώνουν εδώ και δεκαετίες. Η μετάβαση από τον μακροπρόθεσμο καπιταλισμό των δεκαετιών σε ένα καπιταλισμό τριμήνου, που σχεδιάστηκε για την εξαγωγή κέρδους με κάθε κόστος, μας κάνει πιο στρεσαρισμένους και σκληρούς.
Αυτη η διαδικασία περιλαμβάνει τη συρρίκνωση προϊόντων (shrinkflation), τον πληθωρισμό απληστίας (greedflation), τα ατελείωτα πρόσθετα τέλη και, όσον αφορά τις αεροπορικές εταιρείες, την εκμετάλλευση κάθε πιθανού περιθωρίου κέρδους εις βάρος της ποιότητας, ώστε να χρεώνουν επιπλέον για βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και αυτό πριν καν αναφέρουμε την «υποβάθμιση» (enshittification) των πάντων που σχετίζονται με το διαδίκτυο”, αναφέρει ο Hurst.
Οι millennials δεν είχαν εύκολη ζωή. Αποφοίτησαν εν μέσω της οικονομικής κρίσης και, δέκα χρόνια αργότερα, χτυπήθηκαν από τον Covid. Έχουν παγιδευτεί ανάμεσα σε φοιτητικά δάνεια και αστρονομικές τιμές κατοικίας, χωρίς σχεδόν καμία διέξοδο.
Τι κάνεις όταν μπορείς να αντέξεις οικονομικά να μπορείς να βγεις σε μια καλή καφετέρια για μπραντς ή ακόμη ίσως και να πας ένα ταξίδι, αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσεις να πάρεις δάνειο για σπίτι;
Χρειάζεται μια ισορροπία ζωής-εργασίας που να αντανακλά αυτή τη βασική πραγματικότητα. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που το 76% των millennials και της γενιάς Z θέλει να γίνει το αφεντικό του εαυτού του.
Οι μαζικές παραιτήσεις ως “μοχλός πίεσης” για δικαιότερες αμοιβές
Αυτό δεν είναι ένα αντιεπιχειρηματικό μανιφέστο, ούτε αποσκοπεί να ενισχύσει την προκατάληψη ότι οι millennials είναι απαιτητικοί και γκρινιάρηδες. Οι περισσότεροι από εμάς θέλουμε να κάνουμε ουσιαστική δουλειά, σε ανθρώπινα περιβάλλοντα, χωρίς η δουλειά να γίνεται το παν της ζωής μας – γι’ αυτό και πολλές επιχειρήσεις πειραματίζονται με την τετραήμερη εβδομάδα εργασίας και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είναι επιτυχημένη.
«Οι εταιρείες που το κάνουν σωστά εισάγουν περισσότερες εσωτερικές μετακινήσεις και περισσότερες ευκαιρίες για εξέλιξη των ανθρώπων τους», λέει η Nadia Edwards-Dashti, επικεφαλής προσλήψεων με βάση το Λονδίνο. Σε όσους millennials (και άλλους) το έχουν βρει αυτό, μπράβο. Αλλά σε όσους δεν το έχουν βρει, κάτι που με κάνει περήφανη για τη γενιά μου είναι ότι είμαστε απαιτητικοί απέναντι στους εργοδότες μας – και τολμάμε να δείξουμε τη δυσαρέσκειά μας.
Ακόμα και σε κάποιες πολυπόθητες θέσεις εργασίας στον τομέα της τεχνολογίας, οι εταιρείες έχουν «έναν απίστευτα πονηρό τρόπο να εκμεταλλεύονται τις περιφερειακές διαφορές», όπως είπε ένας project manager σε μια μεγάλη τεχνολογική εταιρεία.
Στην περίπτωσή του, όταν μετακινήθηκε εσωτερικά από την Ευρώπη στις ΗΠΑ, έλαβε αύξηση 80% στον μισθό του για την ίδια θέση – αλλά ήταν ακόμα χαμηλότερος από αυτόν που θα λάμβανε ένας τοπικός υπάλληλος στις ΗΠΑ, επειδή η εργασιακή του βίζα του στέρησε τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης. Επιπλέον, είπε, τα μετοχικά πακέτα για νέες προσλήψεις στις ΗΠΑ ήταν κατά μέσο όρο 10 φορές υψηλότερα από τα αντίστοιχα στην Ευρώπη.
Αυτή η εταιρεία ίσως να είναι τόσο μεγάλη, με τόσο μεγάλη δεξαμενή υποψηφίων, που δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ηθική του εργατικού δυναμικού. Αλλά αν δούλευα γι’ αυτή στην Ευρώπη και αντιμετώπιζα τέτοιου είδους γεωγραφικές διακρίσεις, θα ήθελα να φύγω άμεσα, όπως και πολλοί άλλοι.
Και τελικά, οι μαζικές παραιτήσεις ήταν αυτές που συνέβαλαν στην αύξηση των μισθών στις ΗΠΑ για τους εργαζόμενους γενικά, όχι μόνο στον τεχνολογικό τομέα.
“Η Gabrielle, σχεδιάστρια προϊόντων στα 30 της, που εργάζεται σε γαλλική εταιρεία υποδομών, αγανάκτησε τόσο πολύ με τη δουλειά και τον εργοδότη της, που πήρε την απόφαση να παραιτηθεί κατά τη διάρκεια των διακοπών της στη Νότια Αμερική, τον περασμένο Αύγουστο. Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, είχε βρει νέα δουλειά, στην οποία είναι πολύ πιο ευχαριστημένη. Ίσως η Ευρώπη να είναι αυτή τη φορά η αφετηρία για τη Μεγάλη Παραίτηση 2.0. Στην Gabrielle και σε όλους όσοι σκέφτονται να παραιτηθούν, υποκλίνομαι”, καταλήγει ο Hurst.