MENU

Θ. Σκυλακάκης: Μέχρι τις αρχές του 2026 οι πρώτες γεωτρήσεις στην Ελλάδα για φυσικό αέριο

Το φυσικό αέριο αποτελεί «καύσιμο γέφυρα» μέχρι την απανθρακοποίηση της οικονομίας

Την εκτίμηση ότι στα τέλη του 2025 με αρχές του 2026 αναμένονται οι πρώτες ερευνητικές γεωτρήσεις στην Ελλάδα για φυσικό αέριο, έκανε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης στην ομιλία του στην εκδήλωση του EMGF που διεξάγεται στην Αθήνα.

Υπογράμμισε πως η κατανάλωση του αερίου θα συνεχίσει να αυξάνεται τα επόμενα χρόνια, συμπληρώνοντας ωστόσο πως το αέριο αποτελεί «καύσιμο γέφυρα» μέχρι την απανθρακοποίηση της οικονομίας.

Ωστόσο ο κλάδος θα έχει να διαδραματίσει ρόλο και στην εποχή της κλιματικά ουδέτερης οικονομίας, καθώς τα εξαντλημένα κοιτάσματα φυσικού αερίου θα μπορούν να μετατραπούν σε υποδομές αποθήκευσης CO2, ενώ οι υποδομές θα διακινούν πλέον ανανεώσιμα αέρια, από ορυκτό καύσιμο που μεταφέρουν τώρα.

Ποιες περιοχές πληρούν το CCS

Παράλληλα, ο υπουργός υπογράμμισε ότι εντός Ελλάδας εντοπίζονται έξι περιοχές που πληρούν τις προδιαγραφές για τη δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS). Η πρώτη από αυτές, η οποία βρίσκεται στον Πρίνο, αναπτύσσεται ήδη για την αποθήκευση εκπομπών. Το «Prinos CCS» έχει επιχορηγηθεί μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ θα μπορεί να αντλήσει επιπλέον ευρωπαϊκά κεφάλαια μέσω της πρόσφατης ένταξής του στα Ευρωπαϊκά Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος.

Όπως συμπλήρωσε ο Έλληνας ΥΠΕΝ, στην ευρύτερη περιοχή αναπτύσσονται μόνο δύο ανάλογες εγκαταστάσεις, στην Ιταλία και τη Γαλλία. Στο σύνολό τους, οι τρεις αυτές υποδομές δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των αναγκών για αποθήκευση εκπομπών. Ως συνέπεια, θα πρέπει να αξιοποιηθούν ανάλογες υποδομές και σε γειτονικές χώρες εκτός Ε.Ε., όπως στην Αίγυπτο. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό το EMGF να ενσωματώσει τη στρατηγική CCS στην ατζέντα του.

Στο επίκεντρο η ενεργειακή ασφάλεια

Όπως επεσήμανε ο υπουργός, ο σταδιακός περιορισμός των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ αυξάνει τη σημασία της Ανατολικής Μεσογείου για την διασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας και τη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού της Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα διαδραματίζει ήδη σημαντικό ρόλο για τον εφοδιασμό ευρωπαϊκών χωρών με αέριο από την περιοχή της Αν. Μεσογείου που μεταφέρεται σε υγροποιημένη μορφή, αεριοποιείται και εισάγεται στο ελληνικό δίκτυο και διοχετεύεται περαιτέρω μέσω των υφιστάμενων διεθνών διασυνδέσεων. Παράλληλα είναι σε εξέλιξη οι διαδικασίες για έρευνες υδρογονανθράκων στο Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Κύπρο και την Ελλάδα. Ο κ. Σκυλακάκης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη διαδικασία ανάπτυξης του “κάθετου” διαδρόμου φυσικού αερίου με επενδύσεις ενίσχυσης της δυναμικότητας μεταφοράς από το ελληνικό δίκτυο προς τον βορρά.

Παράλληλα διατύπωσε την πρόταση για επέκταση του σκοπού του EMGF και στον τομέα της υπόγειας αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, μια δραστηριότητα που αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια καθώς επιταχύνεται η απανθρακοποίηση της βιομηχανίας. Προς το σκοπό αυτό προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν ως αποθήκες εξαντλημένα κοιτάσματα φυσικού αερίου, μεταξύ αυτών και το κοίτασμα του Πρίνου με επενδύσεις χρηματοδοτούμενες από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Απαντώντας σε ερωτήσεις ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε ότι σύντομα θα παρουσιαστεί το σχέδιο του υπουργείου για την ανάπτυξη της αποθήκευσης ενέργειας που είναι απαραίτητη για την εξισορρόπηση του συστήματος σε συνθήκες υψηλής διείσδυσης ανανεώσιμων πηγών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, τον Απρίλιο οι ΑΠΕ (μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά) κάλυψαν πάνω από το 63 % της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας.

Ο γγ του EMGF Osama Mobarez εξήρε το ρόλο της χώρας μας για τη διασύνδεση της Αν.Μεσογείου με την ΕΕ ενώ ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου Μάριος Παναγιδης αναφέρθηκε στο ρόλο των Κυπριακών ενεργειακών κοιτασμάτων για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ καθώς και στα σχέδια ενεργειακών διασυνδέσεων για την άρση της απομόνωσης του νησιού.

Μέλη του East Mediterranean Gas Forum είναι οι : Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, Γαλλία, Ισραήλ, Ιταλία, Ιορδανία και Παλαιστίνη) ενώ ως παρατηρητές συμμετέχουν η ΕΕ, οι ΗΠΑ και η Παγκόσμια Τράπεζα.

Σχετικά Άρθρα