Σε μια ενδιαφέρουσα πτυχή της σχέσης ΑΠΕ και έλλειψης επαρκούς ευέλικτης παραγωγής, αποθήκευσης, απόκρισης ζήτησης και διασυνοριακών ροών, εστιάζει ο σύμβουλος του πρωθυπουργού στα ενεργειακά, Νίκος Τσάφος με ανάρτησή του στα social media.
Ο κ. Τσάφος υπογράμμισε ότι η αγορά βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο και απαιτείται «η δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που θα επιτρέψει σε αυτές τις πηγές να ευδοκιμήσουν και να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές στους καταναλωτές».
Αναλυτικά η σχετική ανάρτηση:
Η ελληνική χονδρεμπορική αγορά ρεύματος βρίσκεται σε ένα roller coaster μέχρι στιγμής το 2024.
Στην αρχή του έτους, οι τιμές ακολούθησαν μια σχετικά φυσιολογική κατανομή γύρω στα 90 €/MWh τον Ιανουάριο και 70 €/MWh τον Φεβρουάριο. Οι μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές τιμές ήταν σπάνιες. Επίσης, ήταν σπάνιο να παρατηρούνται πολύ υψηλές τιμές κατά την απογευματινή αιχμή (είχαμε μόνο 12 ώρες με τιμές πάνω από 150 €/MWh τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο).
Τον Μάρτιο, παρατηρήθηκε η πρώτη σοβαρή εμφάνιση μηδενικών ή σχεδόν μηδενικών τιμών: 54 ώρες τον Μάρτιο, 92 ώρες τον Απρίλιο (και 11 ώρες με αρνητικές τιμές), και 56 ώρες τον Μάιο. Παρόλα αυτά, οι απογευματινές αιχμές παρέμειναν περιορισμένες, με πολύ λίγες ώρες πάνω από 150 €/MWh τον Μάρτιο και τον Απρίλιο (αλλά περισσότερες τον Μάιο).
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η καμπύλη μετακινήθηκε ξανά. Εξακολουθούσαν να υπάρχουν ώρες με πολύ χαμηλές τιμές (56 ώρες μεταξύ 0 και 10 €/MWh), αλλά το χαρακτηριστικό στοιχείο ήταν η ραγδαία αύξηση κατά την απογευματινή αιχμή: 225 ώρες με τιμές πάνω από 200 €/MWh, σχεδόν πάντα συνδυασμένες με τις γειτονικές μας χώρες, αντανακλώντας τη ζήτηση από το εξωτερικό και τα προβλήματα υποδομών στην ευρύτερη περιοχή.
Τον Σεπτέμβριο, η αγορά κινήθηκε στα δύο άκρα: 33 ώρες με μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές τιμές και 38 ώρες με τιμές πάνω από 200 €/MWh. Η μέση τιμή έχει μειωθεί από την κορύφωσή της τον Ιούλιο, αλλά παραμένει υψηλή σε σχέση με την αρχή του έτους.
Με πολλούς τρόπους, αυτή η εικόνα αντανακλά μια αγορά σε μετάβαση: οι χαμηλές τιμές αντικατοπτρίζουν τη γρήγορη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ οι απογευματινές αιχμές δείχνουν την έλλειψη επαρκούς ευέλικτης παραγωγής, αποθήκευσης, απόκρισης ζήτησης και διασυνοριακών ροών — όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Ωστόσο, αυτή η εικόνα αποτελεί και ένα κάλεσμα για δράση: η πρόκληση δεν είναι πλέον μόνο η εγκατάσταση περισσότερων ανανεώσιμων πηγών (στο οποίο η Ελλάδα διαπρέπει), αλλά η δημιουργία του κατάλληλου περιβάλλοντος, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που θα επιτρέψει σε αυτές τις πηγές να ευδοκιμήσουν και να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές στους καταναλωτές.