Υψηλούς στόχους σε ό,τι αφορά την «πράσινη» ενέργεια και τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου θέτει το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που βρίσκεται από χθες (22/8) σε δημόσια διαβούλευση.
Για όλα τα χρονικά ορόσημα που προβλέπει το ΕΣΕΚ αρχής γενομένης από το 2030 και με ορίζοντα το 2050, το ΥΠΕΝ έχει τοποθετήσει τον πήχη πιο ψηλά σε σχέση με τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχεδόν σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες.
Έτσι, αναφορικά με τα αέρια του θερμοκηπίου, το ΕΣΕΚ προβλέπει μείωση των εκπομπών κατά 58,6% (σε σχέση με τα επίπεδα του 1990) έναντι 55% που ευρωπαϊκού στόχου. Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακκαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρισμού ανέρχεται σε 76,8% και σε 45,4% για την ακκαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας. Οι στόχοι της ΕΕ για τις δύο αυτές κατηγορίες τίθενται στο 69% και στο 42,5%, αντίστοιχα.
Αύξηση των ΑΠΕ και αποκλιμάκωση των τιμών ρεύματος
Σύμφωνα με το υπό διαβούλευση ΕΣΕΚ, η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών στο τέλος της δεκαετίας προβλέπεται να αθροίζει σε 13,5 GW, των χερσαίων αιολικών σε 8,9 GW, των υπεράκτιων αιολικών σε 1,9 GW και των υδροηλεκτρικών σε 3,4 GW.
Η συνολική ισχύς των μονάδων φυσικού αερίου υπολογίζεται ότι θα ενισχυθεί κατά 800 MW (σε σχέση με το 2025) στα 7,88 GW, όμως η ετήσια παραγωγή τους έως το 2030 σταδιακά θα περιοριστεί στις 10,4 TWh για την επίτευξη μείωσης 45% συγκριτικά με το 2022.
Η ενίσχυση των ΑΠΕ παράλληλα με τη μείωση της συμμετοχής του φ.α. στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής αναμένεται να αποκλιμακώσει ελαφρώς τις τιμές ήδη από 2030, οπότε και το κόστος του ρεύματος θα υποχωρήσει κατά 4%, σε σύγκριση με το 2025, από τα 145 ευρώ/MWh στα 139 MWh. Σημειώνεται ότι η συρρίκνωση των τιμών θα διευρύνεται περαιτέρω, όσο με την πάροδο του χρόνου προχωρά και η απόσβεση των «πράσινων» επενδύσεων.
Κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες, η καθοδική τάση των τιμών προβλέπεται να συνεχιστεί αλλά και να επιταχυνθεί, με τη μείωση το 2035 να αγγίζει το 16% (125 ευρώ/MWh) και το 2040 το 20% (116 ευρώ/MWh). Το 2045 οι τιμές θα υποχωρήσουν περαιτέρω, κατά 25% στα 109 ευρώ/MWh ενώ το 2050 αναμένεται να αγγίξουν τα 96 ευρώ/MWh, μειωμένες κατά 34%.
Στα 427 δισ. ευρώ οι «πράσινες» επενδύσεις μέχρι το 2050
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ υπολογίζει τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που θα απαιτηθούν για να υποστηριχθούν οι εθνικοί στόχοι μέχρι το 2030 στα 95 δισ. ευρώ, ποσό σαφώς πιο «μαζεμένο» σε σχέση με την προηγούμενη εκδοχή του Σχεδίου που είχε κατατεθεί στην Κομισιόν το φθινόπωρο της περασμένης χρονιάς. Για το ίδιο διάστημα, «προσγειωμένες» εμφανίζονται οι επενδυτικές δαπάνες και για το «πράσινο» υδρογόνο, με μονάδες σε διυλιστήρια που θα εστιάζουν στην παραγωγή ανανεώσιμων συνθετικών καυσίμων (μεθανόλη κ.α.).
Η αναθεώρηση των προβλεπόμενων επενδύσεων μέχρι το 2030 αποδίδεται στη χρονική αναπροσαρμογή των στόχων για μαζικότερη διείσδυση, μεταξύ άλλων, της ηλεκτροκίνησης και των αντλιών θερμότητας για τη δεκαετία 2030-2040, προκειμένου να μην απαιτηθούν κρατικές ενισχύσεις, καθώς οι σχετικές τεχνολογίες να έχουν γίνει φθηνότερες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με στόχο την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας και την πλήρη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας, οι επενδύσεις θα επιταχυνθούν σημαντικά μετά το τέλος της δεκαετίας, αγγίζοντας τα 332 δισ. ευρώ για την περίοδο 2030-2050.
Το νέο ΕΣΕΚ έχει αναβαθμίσει κατά περίπου 1,2 GW (σε σχέση με το σχέδιο ΕΣΕΚ του 2023) τον στόχο σε ό,τι αφορά τη διείσδυση αποθήκευσης μέχρι το τέλος της δεκαετίας, με μπαταρίες 4,32 GW, περιορίζοντας ωστόσο τις προβλέψεις για μονάδες αντλησιοταμίευσης από 2,2 GW σε 1,74 GW.
Επιπλέον, θα συνεχιστεί η ενεργειακή αναβάθμιση του κτηριακού τομέα (μονώσεις, ενεργειακά αποδοτικές συσκευές, αντλίες θερμότητας και συστήματα αυτοπαραγωγής ΑΠΕ), μέσα από σχετικά προγράμματα τα οποία όμως θα αφορούν πρωτίστως κτήρια με υψηλό βαθμό χρήσης και περιοχές με αυξημένες ανάγκες (κλιματικές ζώνες Γ, Δ) με στόχο τη βελτιστοποίηση της σχέσης κόστους/οφέλους.