Ενεργειακή ανεξαρτησία, εξαγωγές και μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις είναι τρεις κεντρικοί στόχοι του νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το κλίμα για την περίοδο μέχρι το 2050 που παρουσιάστηκε σήμερα σε ημερίδα στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Το σχέδιο στηρίζεται σε εκτιμήσεις για επενδύσεις ύψους 436 δισ. ευρώ έως το 2050 με τις οποίες δημιουργούνται 210.000 νέες θέσεις εργασίας και 6 δισ. ευρώ ετησίως συνεισφορά στο ΑΕΠ.
Για πρώτη φορά μετά τη βιομηχανική επανάσταση η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αποκτήσει ενεργειακή ανεξαρτησία. Είμαστε μια εισαγωγική και εξαρτώμενη ενεργειακά χώρα. Το σχέδιο αυτό οδηγεί στην εθνική και ενεργειακή ανεξαρτησία, αλλάζει το βαθύτερο οικονομικό υπόβαθρο της χώρας και επιφέρει πολύ σημαντική βελτίωση στο ισοζύγιο που αποτελεί διαρθρωτική αδυναμία από καταβολής του ελληνικού κράτους. Αν μπορέσουμε να διαχειριστούμε και το δημογραφικό, αυτή η αλλαγή είναι η βάση για ισχυρή Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες”, ανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που περιλαμβάνει το σχέδιο του ΕΣΕΚ, τις οποίες ανέλυσε η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας θα φθάσουν σε 3,5 TWh και πάνω από 11 το 2040 ενώ σήμερα η χώρα εισάγει 3 τεραβατώρες το χρόνο.
Το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας (μαζί με τις χρεώσεις για δίκτυα κλπ.) από 145 ευρώ ανά μεγαβατώρα το 2025 θα μειωθεί σε 95 ευρώ το το 2050. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα καλύπτουν το 75,2 % της κατανάλωσης το 2030 (με ενδιάμεση κατάργηση του λιγνίτη το 2028) και το 95 % το 2035, από 54 % σήμερα ενώ η ζήτηση θα τριπλασιαστεί σχεδόν, στις 150 τεραβατώρες το 2050 από 55 το 2022.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε ότι το κόστος της κλιματικής κρίσης θα βαίνει αυξανόμενο όσο δεν λαμβάνονται μέτρα ενώ χαιρέτισε την προσπάθεια δημιουργίας συνολικής στρατηγικής με έμφαση στις ΑΠΕ, την αποθήκευση, τον εξηλεκτρισμό και την ανάπτυξη των δικτύων. Σε σχέση με το ισοζύγιο υπογράμμισε ότι οι εισαγωγές πετρελαίου φθάνουν στο υψηλό ποσοστό του 7 % του ΑΕΠ.
Ο καθηγητής ΕΜΠ και μέλος της Διυπουργικής Επιτροπής ΕΣΕΚ Παντελής Κάπρος διευκρίνισε ότι το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων ύψους 436 δισ. θα γίνονταν ούτως ή άλλως (π.χ. για αγορές οικιακών συσκευών, αυτοκινήτων, κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, δικτύων κλπ.). Το επιπλέον κόστος για την ενεργειακή μετάβαση εκτιμάται σε 2-3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και το τελικό αποτέλεσμα θα είναι η μείωση του κόστους της ενέργειας σε όλους τους τομείς (οικιακό, βιομηχανία, μεταφορές, κλπ.)
H ανακοίνωση του ΥΠΕΝ
Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας παρουσίασε, σήμερα (11/10), το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που αποτελεί τον οδικό χάρτη της χώρας για την επίτευξη συγκεκριμένων ενεργειακών και κλιματικών στόχων, με ορόσημο το έτος 2030 και τελικό στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2050.
Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο κεντρικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος παραβρέθηκαν θεσμικοί φορείς, εκπρόσωποι ενεργειακών εταιρειών και εκπρόσωποι της Κοινωνίας των Πολιτών.
Χαιρετίζοντας την εκδήλωση ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, επισήμανε: «Στην Τράπεζα της Ελλάδος ασχολούμαστε, συστηματικά, τα τελευταία 15 χρόνια, με τα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας. Από το 2009, με τη δημιουργία της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), συμβάλλουμε, μέσω της έρευνας, στο κρίσιμο ζήτημα της αλλαγής του κλίματος. Οι μελέτες μας έχουν δείξει πως το κόστος της κλιματικής αλλαγής προβλέπεται να βαίνει αυξανόμενο, όσο δεν λαμβάνονται μέτρα για να μετριαστεί το φαινόμενο. Μάλιστα, η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο και της συμμετοχής της στο οκταετές έργο LIFE-IP AdaptInGR (2019-2026) ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο να δημοσιοποιεί νέα αποτελέσματα μελετών, με επικαιροποιημένες προβλέψεις για τις κλιματικές μεταβολές των επόμενων δεκαετιών, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε ευάλωτους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και την εκτίμηση τρωτότητας της ελληνικής οικονομίας στην κλιματική αλλαγή».
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, υπογράμμισε πως το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα είναι ρεαλιστικό, σε σχέση με τους στόχους που τίθενται και λαμβάνει υπόψη καινούργια δεδομένα που συνέβησαν από το 2019 -όταν είχε καταρτιστεί το πρώτο ΕΣΕΚ. Σε αυτά, συμπεριλαμβάνεται το γεγονός ότι έχουμε υπερκαλύψει, ήδη, τους στόχους τόσο για τη διείσδυση στο ενεργειακό μας μείγμα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας όσο και για τη μείωση των Αερίων του Θερμοκηπίου. «Είμαστε πρωτοπόροι, μπορούμε ως Ελλάδα να πούμε ότι είμαστε πετυχημένοι και καλύτεροι από τους άλλους» δήλωσε ο κ. Σκυλακάκης.
Ο Υπουργός σημείωσε πως στην προσπάθεια που γίνεται για την ενεργειακή μετάβαση, υπάρχει και μία βαθιά, οικονομική οπτική. «Με αυτό το σχέδιο, για πρώτη φορά μετά τη βιομηχανική επανάσταση, η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αποκτήσει ενεργειακή, εθνική ανεξαρτησία» τόνισε ο κ. Σκυλακάκης, για να προσθέσει: «Το σχέδιο αυτό αλλάζει το βαθύτερο οικονομικό υπόβαθρο της χώρας. Αυτή η εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη, θα γίνεται μπροστά στα μάτια μας τα επόμενα χρόνια και δε θα την πιστεύουμε. Θα δημιουργήσει καινούριες οικονομικές και βιομηχανικές ευκαιρίες, μια πολύ σημαντική βελτίωση στο ισοζύγιό μας. Και αυτή η αλλαγή είναι η βάση για μία ισχυρή ελληνική οικονομία και για μία ισχυρή Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες».
Ο κ. Σκυλακάκης αναφέρθηκε, επίσης, στην πραγματική αλλαγή-όπως την χαρακτήρισε- που φέρνει το ΕΣΕΚ προς όφελος των καταναλωτών. Τόνισε πως «χάρη στις επενδύσεις που κάνουμε, οι οποίες έχουν πάρα πολύ χαμηλό οριακό κόστος, θα έχουμε πολύ φθηνή και άφθονη, καθαρή ενέργεια».
Στη συνέχεια, η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και πρόεδρος της Διυπουργικής Επιτροπής για το ΕΣΕΚ, κυρία Αλεξάνδρα Σδούκου, παρουσίασε συνοπτικά τις βασικές πτυχές του αναθεωρημένου Σχεδίου. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ πετυχαίνει δύσκολες και ευαίσθητες ισορροπίες, καθώς περιγράφει το όραμα και την φιλοδοξία της χώρας για την Κλιματική Δράση και την Ενεργειακή Μετάβαση, ενώ ταυτόχρονα εμφορείται, πλήρως, από ρεαλισμό και πραγματισμό». Επισήμανε πως το ΕΣΕΚ αποτελεί, ουσιαστικά, τον οδικό χάρτη για ένα νέο, αναπτυξιακό παραγωγικό μοντέλο της χώρας, με έμφαση στην πράσινη μετάβαση, την ψηφιοποίηση, τη μείωση του ενεργειακού κόστους, τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και τη δημιουργία εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Επιπρόσθετα, ανέδειξε την κοινωνική διάσταση του ΕΣΕΚ, το οποίο περιλαμβάνει πληθώρα μέτρων πολιτικής που θα δώσουν στους πολίτες πρόσβαση σε άφθονη, καθαρή και προσιτή ενέργεια. Ειδική μνεία έκανε η κυρία Σδούκου στην αναμενόμενη συνεισφορά στην ανάπτυξη της οικονομίας, χάρη στις επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία που θα γίνουν, με μετρήσιμα αποτελέσματα στην αύξηση του ΑΕΠ και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, κ. Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, αναφέρθηκε, με τη σειρά του, στις τρεις προκλήσεις που έχει μπροστά του το ΕΣΕΚ, χαρακτηρίζοντάς το, «επαναστατικό» κείμενο. «Η πρώτη πρόκληση είναι συμπεριφορική, καθώς το ΕΣΕΚ αλλάζει τη συμπεριφορά των ανθρώπων και όπως κάθε αλλαγή, έχει να αντιμετωπίσει την αντίδρασή τους. Η δεύτερη είναι οικονομική, καθώς πρέπει να βρούμε τα χρήματα μέχρι το 2030 και το 2050 για την υλοποίηση των στόχων. Τέλος, η τρίτη πρόκληση έχει να κάνει με την ικανότητα υλοποίησης, με τους ανθρώπους, είτε κρατικούς φορείς είτε επιχειρήσεις είτε απλούς πολίτες που θα ενστερνιστούν και θα υλοποιήσουν αυτές τις συγκεκριμένες αλλαγές», σημείωσε.
Ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων, κ. Πέτρος Βαρελίδης, χαρακτήρισε φιλόδοξο το νέο ΕΣΕΚ, το οποίο κινείται στο πλαίσιο του κλιματικού νόμου και εξήρε τον ρόλο που παίζει στην επίτευξη των στόχων της πράσινης μετάβασης η στήριξη της Κυβέρνησης. «Από την οπτική της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και της αποδοχής των έργων που απαιτούνται από τους πολίτες, γνωρίζουμε τις δυσκολίες που υπάρχουν και θα πρέπει σε αυτή την κατεύθυνση να εργαστούμε όλοι για να υπερκεραστούν οι δυσκολίες. Στόχος είναι να έχουμε πράσινη μετάβαση με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον και πλήρως ενημερωμένους πολίτες», τόνισε.
Τον κύκλο των τοποθετήσεων έκλεισαν τα μέλη της Διυπουργικής Επιτροπής ΕΣΕΚ, ο καθηγητής του ΕΜΠ, κ. Παντελής Κάπρος και ο Πρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του ΚΑΠΕ, κ. Δημήτρης Καρδοματέας.
Ο κ. Κάπρος τόνισε ότι «έχει επικρατήσει η εντύπωση ότι η ενεργειακή πράσινη μετάβαση έχει μεγάλο κόστος. Όλες οι αναλύσεις, όμως, καταλήγουν ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Αυτό που έχει σημασία στην οικονομία είναι το κόστος της υπηρεσίας που προσφέρει η ενέργεια στον καταναλωτή. Όντως η δαπάνη επένδυσης αυξάνεται. Αναφέρθηκε ο αριθμός 450 δισ. ευρώ συνολικά. Πρόκειται για επενδύσεις που θα γίνονταν ούτως η άλλως, απλά με λίγο μεγαλύτερο κόστος. Το “κλειδί” του μακροοικονομικού αντικτύπου είναι η ευκολία χρηματοδότησης αυτών των επιπλέον επενδύσεων».
Ο κ. Καρδοματέας επισήμανε ότι «το ΕΣΕΚ έχει φιλόδοξους στόχους. Ήδη η μείωση εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 58% μέχρι το 2030 και 80% το 2050 είναι μεγάλες προκλήσεις. Εστιάσαμε στην ηλεκτροπαραγωγή, γιατί είναι ο μεγάλος ρυπαντής και οδηγεί σε μείωση κόστους. Η τεχνολογία είναι ώριμη, διαθέσιμη και οι επενδυτές υπάρχουν. Η πρόκληση είναι να δούμε το χρόνο ωρίμανσης και τις δικαστικές διαδικασίες που δημιουργούν καθυστερήσεις και ήδη η κυβέρνηση εργάζεται προς αυτή την κατεύθυνση».
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με τις παρεμβάσεις των φορέων.
Η ομιλία του κ. Στουρνάρα
Θα ήθελα να σας καλωσορίσω στη σημερινή παρουσίαση του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για το Κλίμα και την Ενέργεια (ΕΣΕΚ).
Στην τρέχουσα χρονική συγκυρία η ανθρωπότητα καλείται να αντιμετωπίσει πολλαπλές κρίσεις και γεωπολιτικές προκλήσεις, με τον διεθνή ανταγωνισμό να εντείνεται παράλληλα με τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σε εθνικό και κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο – όπως αναλύεται και στην πρόσφατη έκθεση Ντράγκι – είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα συνεκτικό πλαίσιο δράσης για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, το οποίο θα βασίζεται στα στρατηγικά πλεονεκτήματά μας, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών σε συνδυασμό με τη δημιουργία κατάλληλων αποθηκευτικών χώρων για την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια και δικτύων διασύνδεσης. Δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού, παρά ανάγκη για αποφασιστική και κυρίως συντονισμένη δράση.
Στην Τράπεζα της Ελλάδος ασχολούμαστε συστηματικά τα τελευταία 15 χρόνια με τα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας. Από το 2009, με τη δημιουργία της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), συμβάλλουμε μέσω της έρευνας στο κρίσιμο ζήτημα της αλλαγής του κλίματος. Οι μελέτες μας έχουν δείξει πως το κόστος της κλιματικής αλλαγής προβλέπεται να βαίνει αυξανόμενο, όσο δεν λαμβάνονται μέτρα για να μετριαστεί το φαινόμενο. Μάλιστα, η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο και της συμμετοχής της στο οκταετές έργο- (2019-2026) ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο να δημοσιοποιεί νέα αποτελέσματα μελετών με επικαιροποιημένες προβλέψεις για τις κλιματικές μεταβολές των επόμενων δεκαετιών, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε ευάλωτους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και την εκτίμηση τρωτότητας της ελληνικής οικονομίας στην κλιματική αλλαγή.
Βεβαίως, η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αφορά πρωτίστως τις πολιτικές ηγεσίες των κρατών. Όμως οι κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη αναλάβει ενεργό ρόλο στα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας, πάντα εντός των ορίων της εντολής τους. Πιο ειδικά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εφαρμόζει ένα ολοκληρωμένο και φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την περαιτέρω ενσωμάτωση κλιματικών παραμέτρων στη στρατηγική της και τη συστηματικότερη συνεκτίμηση των ζητημάτων βιωσιμότητας στις δράσεις της.
Το 2019 είχαμε φιλοξενήσει και πάλι στην Τράπεζα της Ελλάδος την παρουσίαση του προηγούμενου ΕΣΕΚ. Οι στόχοι που τέθηκαν τότε για τον ενεργειακό μετασχηματισμό της χώρας ήταν φιλόδοξοι. Έκτοτε, έχουν γίνει βήματα προόδου, ώστε σήμερα, στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ, να έχουν τεθεί ακόμα πιο φιλόδοξοι στόχοι για τις επόμενες δεκαετίες.
Αναμφίβολα, η ελαχιστοποίηση του κόστους μιας φιλόδοξης ενεργειακής μετάβασης, με τον σωστό σχεδιασμό και την ανάληψη των κατάλληλων δράσεων, είναι κρίσιμης σημασίας και προς όφελος της εθνικής οικονομίας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, χαιρετίζουμε την προσπάθεια δημιουργίας μιας συνολικής στρατηγικής με έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές και την εξοικονόμηση της ενέργειας, στην αύξηση της χωρητικότητας των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, στον εξηλεκτρισμό και την ανάπτυξη του δικτύου διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας.
Κλείνοντας το σύντομο αυτό χαιρετισμό, θα ήθελα να ευχηθώ καλή επιτυχία στην υλοποίηση του νέου ΕΣΕΚ και κυρίως να συγχαρώ όλους όσοι συνετέλεσαν στο σχεδιασμό του.