Η KPMG παρουσίασε την έκθεση με τίτλο “Turning the tide in scaling renewables” , που αναδεικνύει τις 10 πιο πιεστικές προκλήσεις που επηρεάζουν την ενεργειακή μετάβαση και παρέχει προτάσεις για την επίλυσή τους.
Με την έκθεση αυτή και τη συνοδευτική έρευνά της, διαπιστώνεται ότι ο τρέχων ρυθμός εξάπλωσης των ΑΠΕ δεν είναι σε καμία περίπτωση επαρκής για να επιτευχθούν οι φιλοδοξίες της Συμφωνίας του Παρισιού για τον περιορισμό της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Η δημοσίευση των συμπερασμάτων συμπίπτει με τις πιέσεις της προεδρίας της Συνόδου COP28 για ανάληψη παγκόσμιων δεσμεύσεων για τον τριπλασιασμό των ΑΠΕ έως το 2030, με την έκθεση να περιγράφει τις πραγματικές προκλήσεις που θα πρέπει να ξεπεραστούν για να επιτευχθούν οι παραπάνω φιλοδοξίες.
Πάνω από το 80% των ερωτηθέντων συμφωνούν ή συμφωνούν απόλυτα ότι η σημαντική επιτάχυνση της εξάπλωσης των ΑΠΕ είναι το πιο επείγον ζήτημα στο οποίο πρέπει να δοθεί προσοχή, με το 84% να αναγνωρίζει ότι οι υφιστάμενοι φραγμοί στην αγορά προκαλούν σημαντικές καθυστερήσεις και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και την εγκατάλειψη των έργων ΑΠΕ. Επιπλέον, το 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι οι τρέχουσες κυβερνητικές πολιτικές είναι αναποτελεσματικές για την επιτάχυνση της εξάπλωσης των ΑΠΕ, με τις ανασταλτικές κυβερνητικές πολιτικές και τους κανονισμούς να αναφέρονται ως το βασικό εμπόδιο για την κλιμάκωση, σύμφωνα με το 77% των ερωτηθέντων.
Οι ερωτηθέντες κατέταξαν τα υπόλοιπα πιο σημαντικά εμπόδια στην κλιμάκωση των ΑΠΕ ως εξής: δομή και σχεδιασμός της αγοράς (75%), κίνδυνοι της εφοδιαστικής αλυσίδας (61%), πρόσβαση σε κεφάλαια (48%), έλλειψη επενδύσεων σε υποδομές δικτύου (47%).
Τα στοιχεία της έρευνας της KPMG που περιλαμβάνονται στην έκθεση βασίζονται στα αποτελέσματα μιας ανώνυμης διαδικτυακής έρευνας που πραγματοποιήθηκε από την KPMG International. Συνολικά, στην έρευνα συμμετείχαν 110 άτομα, από διάφορες θέσεις στον κλάδο των ΑΠΕ, τόσο από δημόσιες όσο και από ιδιωτικές εταιρείες, σε περισσότερες από 24 χώρες, και απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με την ανάγκη επιτάχυνσης της εξάπλωσης των ΑΠΕ, τις τρέχουσες προκλήσεις της αγοράς και την αποτελεσματικότητα των πολιτικών.
“Η κατανόηση του μεγέθους αυτών των προκλήσεων και του εύρους των προτεινόμενων λύσεων επιτρέπει την ανάληψη έξυπνης και τολμηρής δράσης, συμβάλλοντας στη διασφάλιση μιας πορείας προς την κλιμάκωση“, σχολιάζει ο Mike Hayes, Global Head of Renewable Energy, Climate Change, Nature and Decarbonization Leader της KPMG International. “Η επίτευξη των κλιματικών στόχων πιθανότατα θα απαιτήσει τριπλασιασμό της ετήσιας ισχύος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2030 και στη συνέχεια δραστική κλιμάκωση μέχρι το 2050. Έχει έρθει η στιγμή για επείγουσα δράση και εφαρμογή, ειδάλλως ο κόσμος θα χρειαστεί να καίει ορυκτά καύσιμα για πολύ περισσότερο από ό,τι προσδοκούμε”.
Το σημείο εκκίνησης για αποτελεσματική δράση είναι η ακριβής διάγνωση των βασικών προκλήσεων που εμποδίζουν μια δυναμική αύξηση της ανανεώσιμης ενέργειας. Οι προκλήσεις που προσδιορίζονται στην έκθεση και ένα δείγμα των προτεινόμενων επόμενων βημάτων περιλαμβάνουν τα παρακάτω, κατά τη σειρά που τα ανέδειξαν οι συμμετέχοντες στην έρευνα:
“Ο εντοπισμός αυτών των φραγμών και η θέσπιση λύσεων για βελτίωση είναι εξαιρετικά σημαντικός τόσο για τις ανεπτυγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες χώρες”, αναφέρει ο Anish De, Global Head for Energy, Natural Resources & Chemicals, KPMG International. “Η σύγκλιση μεταξύ των τομέων είναι το κλειδί. Τώρα είναι η ώρα για τις κυβερνήσεις, τη βιομηχανία και την κοινωνία συνολικά, να συνεργαστούν και να προχωρήσουν από την αναγνώριση των προκλήσεων στη λήψη ενεργούς δράσης με ουσιαστικό τρόπο“.
O Δημήτρης Παπακανέλλου, Partner, Consulting, KPMG στην Ελλάδα, αναφέρει σχετικά με την έκθεση ότι: “Η επίτευξη των στόχων μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος τοποθετούν τις ΑΠΕ στο προσκήνιο των εξελίξεων, τόσο για την παραγωγή ενέργειας όσο και έμμεσα για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου και κλιματικά ουδέτερων καυσίμων. Η πρόσφατη μελέτη της KPMG αναδεικνύει βασικές προκλήσεις που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την απαιτούμενη διείσδυση των ΑΠΕ, όπως είναι για παράδειγμα το κατάλληλο ρυθμιστικό περιβάλλον, η αξιόπιστη εφοδιαστική αλυσίδα και η ανάγκη για πρόσβαση σε χρηματοδότηση – καθώς και το μεγάλο ζήτημα των υποδομών δικτύων. Το 74% των ερωτηθέτων απάντησαν πως η έλλειψη επενδύσεων στα ηλεκτρικά δίκτυα αποτελεί βασικό εμπόδιο στην περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Το ζήτημα αυτό είναι και ιδιαίτερα σημαντικό για την χώρα μας – όπου απαιτείται και η ενδυνάμωση του εγχώριου συστήματος μεταφοράς και διανομής αλλά και η διασύνδεση με τις αγορές της Κεντρικής Ευρώπης για να είναι δυνατή η εκμετάλλευση του δυναμικού ΑΠΕ της χώρας.”