Υψηλός ανταγωνισμός μεταξύ των παρόχων, αλλά με σταθερά μερίδια αγοράς και αυξημένες επενδύσεις ιδίως στην ανάπτυξη δικτύων νέας γενιάς, διαρκώς μειούμενος χρόνος ομιλίας από σταθερά τηλέφωνα και αυξανόμενη χρήση δεδομένων συνθέτουν την εικόνα της αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την επισκόπηση αγοράς για το 2023 που δημοσιοποίησε η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ).
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα εξακολουθεί να υπολείπεται σε ευρυζωνικότητα συγκριτικά με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους εταίρους της, αλλά βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στη συνολική κάλυψη 5G.
Όπως προκύπτει από την επισκόπηση, ο κύκλος εργασιών του κλάδου μειώθηκε στα 5 δισ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες κατέλαβαν το μεγαλύτερο ποσοστό (85,2%).
Η συμβολή του κύκλου εργασιών στο ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν 2,3% το 2023, έχοντας παρουσιάσει πτώση σε σχέση με το 2022, ενώ το σύνολο των επενδύσεων των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ανήλθε περίπου στο 1 δισ. ευρώ και κυμάνθηκε στο 20,3% του κύκλου εργασιών τους, σημειώνοντας αύξηση 9,3% σε σχέση με το 2022.
Στο τέλος του 2023, οι σταθερές ευρυζωνικές συνδέσεις έφτασαν τις 4.513.239 γραμμές, παρουσιάζοντας ετήσια αύξηση 0,6%, ενώ η διείσδυση της σταθερής ευρυζωνικότητας στον πληθυσμό έφτασε στο 43,3%.
Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η αύξηση του ποσοστού των γραμμών υπερυψηλών ταχυτήτων (από 100 Mbps και άνω), οι οποίες συνιστούν ποσοστό 32,6% των ευρυζωνικών γραμμών της χώρας από 26,3% στα τέλη του 2022.
Οι γραμμές υψηλών ταχυτήτων από 30 Mbps έως 100 Mbps, συνιστούν το 30,1% έναντι 30,5% στα τέλη του 2022.
Αναφορικά με την ευρυζωνική κάλυψη σε εθνικό επίπεδο, το ποσοστό κάλυψης των δικτύων νέας γενιάς σημείωσε άνοδο κατά 3,6 μονάδες στο 88,9%, αλλά συνέχισε να υπολείπεται του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου (92,9%), με την Αρχή να το αποδίδει στο γεγονός ότι οι πάροχοι εστίασαν κυρίως στην ανάπτυξη της οπτικής ίνας μέχρι τις εγκαταστάσεις.
Πάντως, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί αναφορικά με τα δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας, η Ελλάδα, δεδομένης της έλλειψης καλωδιακής υποδομής και στηριζόμενη κυρίως στην ανάπτυξη δικτύων FTTP, με ποσοστό κάλυψης 38,4% το 2023 συνεχίζει να υπολείπεται κατά 40,4 εκατοστιαίες μονάδες του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ο οποίος ανέρχεται σε 78,8% (έναντι 73,4% τον Ιούνιο του 2022).
Όσον αναφορά τη συνολική σταθερή ευρυζωνική κάλυψη, η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί με ποσοστό 97,3% από το μέσο όρο της ΕΕ (97,7%), γεγονός που αφήνει σημαντικό περιθώριο για επενδύσεις, ειδικά στην περιφέρεια, όπου οι υποδομές είναι λιγότερο αναπτυγμένες. Η συνολική κάλυψη 5G, αυξήθηκε κατά 12,4 εκατοστιαίες μονάδες, ανερχόμενη στο 98,1% τον Ιούνιο του 2023.
Κατά 1,1 δισ. λιγότερα τα λεπτά ομιλίας μέσω του σταθερού τηλεφώνου
Στα τέλη του 2023 οι γραμμές σταθερής τηλεφωνίας σημείωσαν αύξηση 4,4%, ανερχόμενες σε 5.091.488, με τη διείσδυση να φθάνει σε ποσοστό 48,9% επί του πληθυσμού.
Ωστόσο, η συνολική κίνηση σημείωσε ετήσια πτώση 10,1%, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης της διάρκειας των εθνικών κλήσεων προς σταθερά κατά 1,1 δισ. λεπτά σε σχέση με το 2022.
Η πτώση αυτή οφείλεται τόσο στη μείωση της συνολικής κίνησης του ΟΤΕ κατά 18,2% σε σχέση με το 2022, όσο και των εναλλακτικών παρόχων κατά 2,2%. Τα λιανικά έσοδα από την παροχή υπηρεσιών τηλεφωνίας και διαδικτύου σε σταθερή θέση παρουσίασαν νέα πτώση 2% σε σχέση με το 2022, ανερχόμενα σε 1,38 δισ. ευρώ.
Από την άλλη τα έσοδα από τις υπηρεσίες διαδικτύου συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, παρουσιάζοντας αύξηση 6,5% σε σχέση με το 2022 και αντισταθμίζοντας τη συνεχιζόμενη φθίνουσα πορεία των λιανικών εσόδων τηλεφωνίας σε σταθερή θέση (πτώση 6,9%).
Όσον αφορά την κινητή τηλεφωνία, ο αριθμός των συνδέσεων παρουσίασε οριακή πτώση 0,8% σε σχέση με το 2022, ανερχόμενος σε 13,7 εκατομμύρια, με τις ενεργές συνδέσεις να ανέρχονται περίπου στα 11,3 εκατομμύρια.
Αναφορικά με τη χρήση των δικτύων κινητών επικοινωνιών το 2023, αυξήθηκαν κατά 8,1% τα λεπτά ομιλίας εντός της Ελλάδας, με τον μεγαλύτερο όγκο να πραγματοποιείται από τους οικιακούς χρήστες με συμβόλαιο (49%), ενώ έπονται οι συνδρομητές καρτοκινητής (36,8%). Σημαντική αύξηση 48% σημειώθηκε για ακόμη μία φορά στη χρήση υπηρεσίας δεδομένων φθάνοντας τα 1.249 εκατ. GΒ έναντι 844 εκατ. GΒ το 2022. Ένας οικιακός χρήστης με συμβόλαιο χρησιμοποίησε, κατά μέσο όρο τον μήνα, 11,3 GB, ακολούθησε ο συνδρομητής καρτοκινητής με 8 GB και τέλος, ο εταιρικός χρήστης με 7,9 GΒ.
Το σύνολο των ενεργών συνδέσεων κινητών επικοινωνιών, από τις οποίες έγινε χρήση υπηρεσιών δεδομένων, ανήλθε σε 9.612.244, παρουσιάζοντας ετήσια αύξηση 3,3% και καταγράφοντας πληθυσμιακή διείσδυση 92,3%.
Τα λιανικά έσοδα από την πώληση υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών (συμβολαίου και καρτοκινητής) αυξήθηκαν κατά 2,1% και ανήλθαν σε 1,8 δισ. ευρώ.
Το μέσο ετήσιο έσοδο ανά χρήστη (σύνδεση) συμβολαίου και καρτοκινητής διαμορφώθηκε στα 240 ευρώ και 83 ευρώ αντίστοιχα έναντι 250 ευρώ και 79 ευρώ το 2022.
Ενισχυμένες ήταν και οι συνδρομές τηλεόρασης των παρόχων, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 9,7% και ανήλθαν στο τέλος του 2023 σε 1,3 εκατομμύρια.
Ανοδική πορεία της ταχυδρομικής αγοράς μετά από οκτώ χρόνια
Το 2023 ήταν η πρώτη χρονιά μετά το 2014 που σημειώθηκε αύξηση στη διακίνηση των δεμάτων – μικροδεμάτων, καθώς συνολικά διακινήθηκαν 316 εκατ. αντικείμενα, αποφέροντας έσοδα της τάξης των 729 εκατ. ευρώ, γεγονός το οποίο συνδέεται άμεσα με τη διαρκή άνοδο του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Στην αγορά εισήλθαν 76 νέες επιχειρήσεις με Γενική Άδεια, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των δραστηριοποιούμενων ταχυδρομικών επιχειρήσεων σε 731, ενώ ήδη από εκείνη τη χρονιά ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακός ο ρυθμός ανάπτυξης των αυτοματοποιημένων ταχυδρομικών θυρίδων, ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε το 2023 κατά 186%, ανερχόμενος πλέον σε 5.570 θυρίδες έναντι 1.947 το προηγούμενο έτος.
Σε επίπεδο εργαζομένων, οι απασχολούμενοι στην ελληνική ταχυδρομική αγορά το 2023 ανήλθαν σε 20.213 άτομα, σημειώνοντας αύξηση 7,8% σε σχέση με το 2022 (18.754 άτομα).
Το μερίδιο εσόδων του Φορέα Παροχής Καθολικής Υπηρεσίας στη συνολική αγορά συνέχισε την πτωτική πορεία της τελευταίας δεκαετίας, με αποτέλεσμα να μειωθεί στο 15% από 18% που ήταν το 2022, ενώ παράλληλα, αυξήθηκε το μερίδιο των επιχειρήσεων ταχυμεταφορών στο 83% από 80% που ήταν την προηγούμενη χρονιά.
Μείωση καταγράφηκε για ακόμα μία χρόνια στους διακινηθέντες φακέλους, οι οποίοι ανήλθαν στα 225 εκατ., αποφέροντας όμως έσοδα της τάξης των 236 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,8% σε σχέση με το 2022.