Ανώτατα όρια σε ότι αφορά το ύψος του δανείου αλλά και της δόσης που θα πληρώνει κάποιος που αγοράζει σπίτι μέσω στεγαστικού, βάζει η Τράπεζα της Ελλάδος σε συνεννόηση με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Τα όρια αυτά θα είναι πιο ελαστικά αν κάποιος παίρνει για πρώτη φορά στεγαστικό δάνειο, προκειμένου να διευκολυνθούν οι πωλήσεις κατοικιών.
Σύμφωνα με πληροφορίες τα όρια αυτά θα είναι στο 80% της εμπορικής αξίας του ακινήτου σε ότι αφορά το ύψος του στεγαστικού (90% αν είναι νέος αγοραστής) και στο 40% του διαθέσιμου εισοδήματος του δανειολήπτη για τη δόση (50% για νέους αγοραστές)
Σύμφωνα με πηγές από τράπεζες, στα μέτρα που προτείνονται είναι να δοθεί ευχέρεια για υπέρβαση των παραπάνω ορίων για το 10% του συνολικού αριθμού των δανείων που θα εγκρίνονται κάθε χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δικαιολογείται από το προφίλ και την οικονομική κατάσταση του υποψήφιου δανειολήπτη.
Η καθιέρωση ορίων σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό δανεισμό για την αγορά κατοικίας αποτελεί μέτρο που εφαρμόζεται από την πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών και αναμένεται να θεσμοθετηθεί για πρώτη φορά και στη χώρα μας. Συγκεκριμένα, το όριο σε ό,τι αφορά το ύψος του δανείου σε σχέση με την αξία του δανειοδοτούμενου ακινήτου, θα λειτουργήσει ως ανάχωμα σε τυχόν μείωση των εμπορικών τιμών των ακινήτων, που θα έθετε σε κίνδυνο τα δάνεια αυτά, ενώ το όριο σε σχέση με τη δαπάνη του μέσου νοικοκυριού για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών θα αποτρέψει τον υπερδανεισμό.
Τα νέα όρια θα «επιβληθούν» με σχετική απόφαση της ΤΤΕ που θα εκδοθεί στα μέσα Μαρτίου και θα τεθεί σε εφαρμογή από τις αρχές του 2025, προκειμένου να υπάρξει η αναγκαία προσαρμογή από τις τράπεζες. Το μέτρο δεν θα ανατρέπει την πιστοδοτική πολιτική των τραπεζών, οι οποίες εφαρμόζουν ήδη παρόμοιους κανόνες στα νέα δάνεια που χορηγούν. Σύμφωνα με τα στοιχεία για τις εκταμιεύσεις το 2023, το 94% των δανείων που δόθηκε ήταν κάτω από το 80% της αξίας του ακινήτου. Η υποχρεωτική τήρηση των ορίων, όμως, θα αποτρέψει παρεκκλίσεις στο μέλλον και θα λειτουργήσει προληπτικά στην ανάσχεση κινδύνων από χρηματοδοτήσεις με εξασφάλιση οικιστικά ακίνητα, ενώ, όπως εξηγούν οι τράπεζες, η καθιέρωσή τους θα συμπέσει χρονικά με την προοπτική μείωσης των επιτοκίων.
Τα νέα όρια θα αφορούν όλα τα νέα δάνεια που θα εγκρίνονται από εδώ και στο εξής και θα ισχύσουν και για τις εταιρείες πιστώσεων, που πρόκειται να αδειοδοτηθούν μετά την πρόσφατη αλλαγή του θεσμικού πλαισίου από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Στόχος να υπάρχουν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών πιστώσεων και των τραπεζών και να υπάρχει ο αναγκαίος εποπτικός έλεγχος σε όλες τις νέες πιστοδοτήσεις. Εξαίρεση θα αποτελέσουν οι αναχρηματοδοτήσεις για υφιστάμενα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, δάνεια που έχουν ρυθμιστεί και δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί σε funds, καθώς και δάνεια που θα εγκριθούν στο πλαίσιο προγραμμάτων στεγαστικής πολιτικής.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις από τις τράπεζες, οι ευνοϊκότεροι όροι για τις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων σε νέους αγοραστές θα ωθήσουν την αγορά της στεγαστικής πίστης, δίνοντας λύση στο κρίσιμο θέμα της στέγασης που απασχολεί χιλιάδες νοικοκυριά, όπως απέδειξε και η ζήτηση που εκδηλώθηκε για το πρόγραμμα «Σπίτι μου», μέσα από αιτήματα ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ.
Παρ’ όλα αυτά, η αγορά της στεγαστικής πίστης παρέμεινε υποτονική το 2023 και οι νέες εκταμιεύσεις δεν ξεπέρασαν το 1,3 δισ. ευρώ, από τα οποία περίπου τα 250 εκατ. ευρώ ήταν οι εκταμιεύσεις που έγιναν μέσω του προγράμματος της κρατικής επιδότησης. Η χαμηλή ζήτηση διαπιστώνεται παρά το υψηλό επίπεδο των ενοικίων, που καθιστά τη δόση ενός στεγαστικού δανείου ευθέως συγκρίσιμη με το κόστος του ενοικίου σε πολλές περιπτώσεις και προβληματίζει έντονα τις τράπεζες, που βλέπουν τα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων να συρρικνώνονται διαρκώς, έχοντας υποχωρήσει κοντά στα 28 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι η αγορά των στεγαστικών δανείων είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο το 2010 με υπόλοιπα 80 δισ. ευρώ και εκταμιεύσεις 12 δισ. ευρώ τον χρόνο, αλλά έκτοτε συρρικνώνεται συστηματικά, επιστρέφοντας στα επίπεδα του 2002!