Την αλλαγή του Κανονισμού Πυροπροστασίας, ο οποίος είχε ανεβάσει στα… κάγκελα ιδιοκτήτες ακινήτων, δημάρχους και μηχανικούς το περασμένο καλοκαίρι, ενώ είχε προκαλέσει και τη σφοδρή αντίδραση του Συνηγόρου του Πολίτη, προανήγγειλε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), αφού φρόντισε να διαχωρίσει για ακόμα μία φορά τη θέση του από την εν λόγω ρύθμιση υπογραμμίζοντας πως αυτή είχε προηγηθεί της δικής του εποχής, καθώς είχε θεσπιστεί πολλούς μήνες πριν αναλάβει ο ίδιος την ηγεσία του υπουργείου, έσπευσε να δεσμευτεί για σοβαρές αλλαγές.
Εξήγησε ότι παρά το σάλο που είχε προκληθεί από την εφαρμογή του κανονισμού, δεν έλαβε νωρίτερα μέτρα διότι «όταν έφτασε η ώρα της εφαρμογής, ήμασταν πολύ κοντά στην αντιπυρική περίοδο. Και ήμασταν στην πολύ δύσκολη θέση είτε να στείλουμε το λάθος μήνυμα – έχοντας τον πιο άνυδρο χειμώνα και την πιο ζεστή χρονιά από τότε που μετράμε – είτε να ακολουθήσουμε την πολιτική που εφαρμόσαμε τελικά. Κάναμε μία πρώτη παρέμβαση: βγάλαμε την υποχρεωτικότητα και είπαμε ότι όλες οι σχετικές δράσεις είναι ενδεικτικές. Παράλληλα, διαθέσαμε 30 εκατ. ευρώ στους Δήμους για τις αντιπυρικές ζώνες, τα οποία πρέπει να αξιοποιηθούν μέχρι την αρχή της επόμενης αντιπυρικής περιόδου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Προσέθεσε πως οι παραμονές της αντιπυρικής περιόδου δεν ήταν το ενδεδειγμένο διάστημα για να ανοίξει η συζήτηση περί αναθεώρησης του Κανονισμού: «Τώρα, όμως, είναι η στιγμή και πρέπει να αναθεωρηθεί για να γίνει ρεαλιστικός, να διασφαλίζει – όσο είναι δυνατόν – και όπου πρέπει τα ελάχιστα (π.χ. να μην ακουμπάει το πεύκο πάνω στο σπίτι, σε περιοχή που είναι δίπλα στο δάσος και όπου αν ξεσπάσει φωτιά τίθεται σε κίνδυνο)», είπε.
Προανήγγειλε μάλιστα ότι μέσα στο επόμενο δίμηνο θα διεξαχθεί ο απαραίτητος διάλογος προκειμένου να αλλάξει ο Κανονισμός.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αλλαγές στον κανονισμό πυροπροστασίας, τις οποίες εντάσσει στην ατζέντα το υπουργείο αφορούν σε υφιστάμενα ακίνητα εντός και πλησίον δασών, ενώ για καινούρια ακίνητα που πληρούν αντίστοιχες προϋποθέσεις ή για ανακαινίσεις, θα υπάρχουν επίσης νέες προβλέψεις, οι οποίες μεταξύ άλλων θα αφορούν τα υλικά κατασκευής ή ανακαίνισης των ευάλωτων ακινήτων, τα οποία θα πρέπει να είναι πυράντοχα.
Αντιδράσεις και παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη
Υπενθυμίζεται ότι η εφαρμογή του Κανονισμού Πυροπροστασίας είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων το περασμένο καλοκαίρι με το υπουργείο τελικώς να υποχρεώνεται σε αναδίπλωση εκδίδοντας απανωτές εγκυκλίους και μετατρέποντας τα κοστοβόρα μέτρα από υποχρεωτικά σε ενδεικτικά για την αντιπυρική περίοδο του 2024. Ουσιαστικά η υποβολή της τεχνικής έκθεσης – το κόστος της οποίας είχε εκτιμηθεί περί τα 500 ευρώ ανά ιδιοκτησία – παρέμεινε υποχρεωτική, αλλά μειώθηκαν οι παρεμβάσεις, στις οποίες έπρεπε να προβούν οι ιδιοκτήτες στα βασικά, δηλαδή κλαδέματα κλπ.
Είχε προηγηθεί και η επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη προς την ηγεσία του υπουργείου, στην οποία επεσήμαινε ότι ο εν λόγω κανονισμός όχι μόνο ήταν αχρείαστος δεδομένου ότι οι ισχύουσες πυροσβεστικές διατάξεις κρίνονται επαρκέστατες, αλλά αντιβαίνει και στις αρχές του Συντάγματος και της ιδιοκτησίας.
Η ανεξάρτητη Αρχή έκανε μεταξύ άλλων λόγο για υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση των πολιτών από την εφαρμογή του Κανονισμού, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να κοστίσει πολλές χιλιάδες ευρώ (πχ. κατασκευή μάνδρας ύψους 1 μέτρου με άκαυστα υλικά, τοποθέτηση πυράντοχων εξωτερικών κουφωμάτων, κτλ), ενώ προειδοποιούσε πως «το κράτος δεν είναι συνταγματικά αποδεκτό (άρθρα 24 και 17 του Συντάγματος) να μετακυλύει, σε μεγάλο βαθμό, τις ευθύνες της προστασίας της περιουσίας και του περιβάλλοντος από τις πυρκαγιές στους ιδιώτες, με υπέρμετρα, μάλιστα, επαχθείς οικονομικά όρους για αυτούς».
Προσέθετε πως η διοίκηση και οι σχετικοί φορείς είναι υπεύθυνοι για τη λήψη μέτρων κατά των πυρκαγιών με τις ενδεδειγμένες προληπτικές ενέργειες.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Συνήγορο, «η επίμαχη ΚΥΑ θίγει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ιδιοκτησίας (άρθρο 17), καθώς τα έξοδα υλοποίησης των υποχρεωτικών μέτρων πυρασφάλειας είναι υπέρογκα και όσοι πολίτες δε δύνανται να τα καταβάλλουν θα κατευθυνθούν αναγκαστικά προς την επιλογή μεταβίβασης των ακινήτων τους ή θα βρεθούν υπόχρεοι καταβολής υψηλών διοικητικών προστίμων, που καμία αντιστοιχία δεν έχουν με τα πρόστιμα που προβλέπονται στις υφιστάμενες πυροσβεστικές διατάξεις».
Και όλα αυτά τη στιγμή που, σύμφωνα με τον Συνήγορο, το κράτος «μέχρι σήμερα επιτρέπει την εκτός σχεδίου δόμηση, χωρίς να έχει προηγηθεί συγκεκριμένος χωροταξικός σχεδιασμός, χωρίς να έχει επιλύσει τα ζητήματα των κοινόχρηστων οδών σε συνάρτηση με την οικοδομησιμότητα των γηπέδων κλπ., ενώ, έχει κρίνει ως ανεκτά και τα μορφώματα οικισμών εντός δασών και δασικών εκτάσεων, με τις αντίστοιχες διατάξεις για τις οικιστικές πυκνώσεις. Πολλώ δε μάλλον παραμένουν ακίνητα εντός δασικών και αναδασωτέων εκτάσεων τα οποία, εάν και έχουν κριθεί ως τελεσιδίκως αυθαίρετα, δεν κατεδαφίζονται».