Τις δραματικές συνέπειες γρήγορης εξάντλησης των αποθεμάτων φυσικού αερίου σε περίπτωση ακραία χαμηλών θερμοκρασιών επισημαίνει στο Montel η Ines που ειδικεύεται στην αποθήκευση. Τέτοιες ακραίες θερμοκρασίες θα μπορούσαν να αδειάσουν τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης μέχρι τον Φεβρουάριο, πρόσθεσε σε ανακοίνωσή της, βασίζοντας τις εκτιμήσεις της σε έναν ιδιαίτερα κρύο χειμώνα όπως το 2009-10, όταν καταγράφηκαν χαμηλά επίπεδα -24ο C.
«Εάν δεν ληφθούν αυξημένα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας σε περίπτωση εξαιρετικά χαμηλών θερμοκρασιών, η κατανάλωση αερίου που θα προέκυπτε τότε πιθανότατα δεν θα μπορούσε πλέον να καλύπτεται πλήρως». Σε περίπτωση μέσου χειμώνα, ωστόσο, τα επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου θα μειωθούν μόνο στο 59% έως τον Φεβρουάριο, πολύ πάνω από τον στόχο του 30%.
Τα γερμανικά επίπεδα αποθήκευσης ήταν περίπου 95%, ένα επίπεδο που είχε αρχικά προγραμματιστεί για τον Νοέμβριο.
«Σε καλό δρόμο οι προετοιμασίες»
Από την πλευρά του, ο Sebastian Heinermann, διευθύνων σύμβουλος της Ines τονίζει ότι «δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης πλήρωσης, οι χειμερινές προετοιμασίες μπορούν να θεωρηθούν ότι έχουν προχωρήσει καλά».
Για να συμβάλλει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού για το χειμώνα μετά τις περικοπές ρωσικού φυσικού αερίου το 2022, η γερμανική κυβέρνηση εισήγαγε ενδιάμεσους στόχους αποθήκευσης. Το επίπεδο των εγκαταστάσεων ορίζεται στο 85% της χωρητικότητας από την 1η Οκτωβρίου, στο 95% έως την 1η Νοεμβρίου, ενώ θα πρέπει να είναι τουλάχιστον γεμάτο το 40% έως την 1η Φεβρουαρίου.
Τέλος, οι νομικές απαιτήσεις έχουν τεθεί σε ισχύ από τις 30 Απριλίου 2022, ενώ τον περασμένο Σεπτέμβριο η κυβέρνηση έδωσε παράταση τους στόχους μέχρι το τέλος Μαρτίου 2027.