Απίθανη θεωρείται η αγορά ανανεώσιμων πηγών υδρογόνου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2030, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν υποτιμήσει τις προκλήσεις για την ανάπτυξη του καυσίμου.
Σύμφωνα με στοιχεία της Afry που επικαλείται το Montel και το ανώτατο στέλεχος, John Williams, «η αγορά αναπτύσσεται πολύ πιο αργά από ό,τι περιμέναμε, καθώς καθημερινά πολλά έργα ακυρώνονται ή καθυστερεί σημαντικά η παράδοσή τους».
«Δεν αναμένουμε πραγματικά να εμφανιστεί η τιμολόγηση και οι συναλλαγές να αρχίσουν να εμφανίζονται μέχρι το 2035, ίσως λίγο αργότερα» αναφέρει μεταξύ άλλων.
Ξεφεύγουν τα χρονοδιαγράμματα
Παράλληλα, ο John Williams σημείωσε ότι στην παρούσα φάση η παραγωγή πράσινης αγοράς υδρογόνου συνδέεται κυρίως με τη βιομηχανική ζήτηση στο πλαίσιο μακροπρόθεσμων συμβάσεων.
«Σε 15 χρόνια, όταν κάποια από αυτά τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια off-take λήξουν, θα μπορούσε να αρχίσει να αναδύεται μια αγορά», συμπλήρωσε.
Μάλιστα, τόνισε ότι με τα τωρινά δεδομένα, η οδηγία του RePowerEU «έχει πάει περίπατο», καθώς η αγορα αγορά αναπτύσσεται πολύ πιο αργά από αυτό που σχεδιάστηκε και αφορούσε τη ζήτηση 20 εκατ. τόνων πράσινου υδρογόνου μέχρι το 2030.
Ο παράγοντας «ακρίβεια»
Αιτιολογώντας τη στάση της αγοράς στο ανανεώσιμο υδρογόνο, υπογράμμισε την ακρίβεια των καυσίμων, υποδεικνύοντας ένα σημαντικό χάσμα μεταξύ των τιμών του πράσινου υδρογόνου σε σύγκριση με το φυσικό αέριο, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων για τον άνθρακα.
«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι το κόστος επένδυσης μιας συσκευής ηλεκτρόλυσης και του ισοζυγίου της εγκατάστασης είναι πιθανώς πάνω από 2.000 ευρώ/kW. Μέχρι το 2030, αναμενόταν να μειωθεί στα 450, αλλά θα είμαστε πολύ μακριά από αυτό».
Μακροπρόθεσμα, ήταν αισιόδοξος ότι οι τιμές του υδρογόνου θα πέσουν και ότι θα ήταν ένα σημαντικό εργαλείο στην πράσινη μετάβαση σε παγκόσμιο επίπεδο. «Βλέπουμε κάποιο εσωτερικό εμπόριο εντός της Ευρώπης και νομίζω ότι η Νορβηγία θα μπορούσε να διαδραματίσει ενδιαφέρον ρόλο στις εξαγωγές υδρογόνου, ενδεχομένως στη Γερμανία και την Ολλανδία», πρόσθεσε.
Η στρατηγική της Ευρώπης για το υδρογόνο
Το 2020, η Επιτροπή ενέκρινε στρατηγική για το υδρογόνο στην οποία παρουσιάζει ένα όραμα για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού οικοσυστήματος υδρογόνου, από την έρευνα και την καινοτομία έως την παραγωγή και τις υποδομές, καθώς και την ανάπτυξη διεθνών προτύπων και αγορών. Το υδρογόνο αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην απαλλαγή της βιομηχανίας και των μεταφορών βαρέων οχημάτων από τις ανθρακούχες εκπομπές στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων προσαρμογής στον στόχο του 55 %, η Επιτροπή εισήγαγε διάφορα κίνητρα για την υιοθέτησή της, συμπεριλαμβανομένων υποχρεωτικών στόχων για τη βιομηχανία και τις μεταφορές.
Το υδρογόνο αποτελεί επίσης βασικό πυλώνα του σχεδίου REPowerEU για την απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Η Επιτροπή έχει παρουσιάσει το «πρόγραμμα επιτάχυνσης της χρήσης υδρογόνου» για την κλιμάκωση της ανάπτυξης του ανανεώσιμου υδρογόνου. Ειδικότερα, με το σχέδιο REPowerEU, η ΕΕ έχει ως στόχο να παραγάγει 10 εκατομμύρια τόνους και να εισαγάγει 10 εκατομμύρια τόνους ανανεώσιμου υδρογόνου έως το 2030.