Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται σαφώς η στροφή στην ανάπτυξη και επένδυση σε σύγχρονα και αειφόρα κτήρια γραφείων, δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις είναι έτοιμες να πληρώσουν περισσότερο για ακίνητα που πληρούν τους κλιματικούς στόχους τους.
Στην πραγματικότητα εξελίσσεται σε μονόδρομο λόγω των απαιτήσεων των μισθωτών, που δεν περιορίζονται πια σε απλές “πράσινες” πιστοποιήσεις, ανεβάζοντας τον πήχυ υψηλότερο αναζητώντας μεγαλύτερη διαφάνεια και αξιοπιστία στους δείκτες περιβαλλοντικής απόδοσης.
Η προσφορά δεν συμβαδίζει με τη ζήτηση
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα η προσφορά δεν ανταποκρίνεται στη ζήτηση για βιώσιμα κτίρια γραφείων. Σε 20 μεγάλες παγκόσμιες αγορές, μόνο το 34% της προβλεπόμενης ζήτησης για χώρους εργασίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα καλυφθεί τα επόμενα χρόνια. Αυτό σημαίνει πως για κάθε 3 τετραγωνικά μέτρα ζήτησης, μόνο 1 τετραγωνικό μέτρο βρίσκεται στο στάδιο ανάπτυξης αυτή τη στιγμή.
Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των πόλεων – η Νέα Υόρκη έχει 65% ανεκπλήρωτη ζήτηση, σε σύγκριση με 54% στο Παρίσι και 84% στο Σίδνεϊ.
Σε όλες τις πόλεις, η ανεπαρκής προσφορά χώρου με χαμηλές εκπομπές άνθρακα προσφέρει ευκαιρίες για τους ιδιοκτήτες κτιρίων που αναλαμβάνουν δράση. Οι αποδόσεις της επένδυσης σε βιώσιμα κτίρια γραφείων περιλαμβάνουν την προσέλκυση ενοικιαστών υψηλής ποιότητας και την επίτευξη υψηλότερων επιπέδων πληρότητας, αυξήσεις ενοικίων και μεγαλύτερες αποδόσεις ενοικίων, καθώς και χαμηλότερο κόστος συμμόρφωσης και μειωμένο λειτουργικό κόστος.
Κανονισμοί βιώσιμων κτιρίων
Η αγορά για βιώσιμα κτίρια κινείται πολύ πιο γρήγορα από τις ρυθμιστικές αρχές λόγω της αυξανόμενης ζήτησης για χώρους που υποστηρίζουν βιώσιμους στόχους.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινείται το Buildings Breakthrough που ανακοινώθηκε στη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP28), τον Δεκέμβριο του 2023, στοχεύοντας να καταστήσει τα κτίρια με χαμηλές εκπομπές και ανθεκτικά στο κλίμα τον νέο κανόνα έως το 2030.
Μέχρι στιγμής έχει την υποστήριξη 27 χωρών, της Επιτροπής της ΕΕ και 18 διεθνών πρωτοβουλιών. Τα επόμενα χρόνια, οι εταιρείες που θα σημειώσουν ελάχιστη έως καθόλου πρόοδο στην αντιμετώπιση των αποτυπωμάτων άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων των χαρτοφυλακίων ακινήτων τους, θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες.
Οι εταιρείες, ειδικά εκείνες που δραστηριοποιούνται σε πολλές πόλεις, πρέπει να ενημερώνονται για τις εισερχόμενες και τις εξελισσόμενες πολιτικές για να αποφύγουν οικονομικές κυρώσεις και πλήγμα στην αξιοπιστία τους. Λαμβάνοντας υπόψη τα εκτεταμένα χρονοδιαγράμματα που αφορούν τις εργασίες απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και τη μετασκευή κτιρίων, η ανάληψη άμεσης δράσης, θα βοηθήσει αυτές τις επιχειρήσεις να παραμείνουν ανταγωνιστικές.
Το αυξανόμενο κόστος του κλιματικού κινδύνου
Οι πόλεις και τα κτίρια δεν είναι απρόσβλητες από τις αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Κοστίζει χρήματα σε επιχειρήσεις και δήμους σε μια εποχή που όλοι βρίσκονται υπό οικονομική πίεση. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούνται από το κλίμα έχουν κοστίσει 612 δισ. δολ. τα τελευταία πέντε χρόνια, σύμφωνα με τα Εθνικά Κέντρα Περιβαλλοντικών Πληροφοριών της NOAA.
Ωστόσο, για ορισμένες εταιρείες, ο κλιματικός κίνδυνος παραμένει τυφλό σημείο. Ενώ η έρευνα της JLL για το Decarbonising the Built Environment το 2021 διαπίστωσε ότι το 78% των επενδυτών και το 83% των καταναλωτών αναγνωρίζουν τον κλιματικό κίνδυνο ως οικονομικό ρίσκο, έρευνα της PwC Pulse του 2023 διαπίστωσε ότι μόνο το 23% των στελεχών διαθέτει πλάνο για την αντιμετώπιση των συνεπειών του στους επόμενους 12 έως 18 μήνες.
Προϋπόθεση η κατανόηση των κινδύνων
Μέρος της οικοδόμησης μιας ισχυρής επιχειρηματικής βάσης για επενδύσεις σε βιώσιμα κτίρια περιλαμβάνει την κατανόηση των κινδύνων διακοπής των επιχειρηματικών λειτουργιών και πιθανής ζημιάς στα κτίρια.
Τα εργαλεία μοντελοποίησης κλίματος και ανάλυσης σεναρίων γίνονται πιο εξελιγμένα, βοηθώντας περισσότερες εταιρείες να κατανοήσουν τους κινδύνους και να αναπτύξουν ένα σχέδιο δράσης. Αυτά τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ανθεκτικότητας θα πρέπει να ενσωματωθούν σε ευρύτερα σχέδια απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, τα οποία είναι καίριας σημασίας για τη μείωση του μακροπρόθεσμου κινδύνου.
Εφαρμόζοντας τα σωστά μέτρα με τον σωστό τρόπο και τη σωστή στιγμή, οι ιδιοκτήτες βιώσιμων κτιρίων μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις των φυσικών κινδύνων. Οι εταιρείες μπορούν επίσης να μειώσουν την αναστάτωση στους χώρους και τις επιχειρηματικές τους λειτουργίες, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι εταιρικοί τους στόχοι είναι υλοποιήσιμοι.
Όπως εξελίσσεται η κατάσταση το 2024 θα είναι το σημείο καμπής όταν η δημιουργία αξίας και οι αποδόσεις για αυτές τις επενδύσεις σε βιώσιμα κτίρια γραφείων θα αρχίσουν να αποδίδουν μερίσματα.