Οι φετινές αλλαγές στο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του ΕΝΦΙΑ κατέστησε οφειλέτες της Εφορίας, περίπου 1 εκατομμύριο φυσικά και νομικά πρόσωπα, αυξάνοντας τον συνολικό τους αριθμό σε 4.645.591 στο τέλος Απριλίου του 2024 σε σχέση με ένα χρόνο πριν (Απρίλιο 2023).
Η σημαντική (προσωρινή πάντως) αύξηση των φορολογουμένων με χρέη στην Εφορία, οφείλεται εν πολλοίς (καθώς υπήρξαν και άλλα τεχνικά ζητήματα) στον ΕΝΦΙΑ, καθώς η πρώτη δόση του συγκεκριμένου φόρου έληγε στις 30/4/2024, ενώ η αντίστοιχη πρώτη δόση για το προηγούμενο έτος έληγε με διαφορά ενός μήνα δηλαδή στις 31/5/2023.
Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων για τους οφειλέτες του Δημοσίου, τα οποία περιέχονται στην τριμηνιαία Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), η αύξηση στον αριθμό των οφειλετών προέρχεται κυρίως από την κατηγορία οφειλής μέχρι 50 ευρώ, με τον αριθμό των οφειλετών να αυξάνεται κατά 1.070.998 πρόσωπα.
Αντιθέτως, μείωση του αριθμού των οφειλετών, κατά 129.482 πρόσωπα συνολικά, καταγράφεται σε οφειλές μεταξύ 50 και 10.000 ευρώ. Η μείωση του αριθμού των οφειλετών στο εν λόγω εύρος οφειλής, συνοδεύεται μάλιστα και από μικρή μείωση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε ετήσια βάση κατά 39 εκατ. ευρώ συνολικά.
Ωστόσο, αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου παρατηρείται τόσο σε οφειλές μικρότερες των 50 ευρώ, όσο και σε οφειλές μεταξύ 10.000 και 1 εκατ. ευρώ (κατά 1,3 δισ. ευρώ συνολικά). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατηγορία οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ. Στο εύρος μεταξύ 1 και 100 εκατ. ευρώ καταγράφεται αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου κατά 1,5 δισ. ευρώ, ενώ οι οφειλές άνω των 100 εκατ. ευρώ παρουσιάζουν μείωση κατά 3,5 δισ. ευρώ (λόγω διαγραφής οφειλών της ΟΣΕ ΑΕ ύψους 3,03 δισ. ευρώ η οποία πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2023).
Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτουν ακόμα τα εξής:
Εξετάζοντας την ποιοτική διάρθρωση του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου διαπιστώνουμε ότι:
Σε αντίθεση με το πραγματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, το μεγαλύτερο μέρος των ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών (ποσοστό που αγγίζει το 65%) πηγάζει από τα πρόστιμα και ειδικότερα από τα φορολογικά πρόστιμα. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των προστίμων (41,3 δισ. ευρώ) το 41,3% έχει χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτο είσπραξης. Παράλληλα, οι ανεπίδεκτες είσπραξης οφειλές περιλαμβάνουν φορολογικές οφειλές σε ποσοστό 31,2% και μη φορολογικές οφειλές σε ποσοστό 3,9%. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των φορολογικών οφειλών που περιλαμβάνονται στις ανεπίδεκτες είσπραξης οφειλές αφορά στον ΦΠΑ, από τον οποίο πηγάζει σχεδόν το 20% των ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών, ενώ το μικρότερο μέρος προέρχεται από τους φόρους στην περιουσία.
Το υψηλότερο ποσοστό των συνολικών ρυθμισμένων οφειλών (23,9%) εντοπίζεται στο εύρος 500 με 10.000 ευρώ, ενώ εντός αυτού του εύρους το ποσοστό των ρυθμισμένων οφειλών αγγίζει το 26,2% για ποσά από 3.000 έως 5.000 ευρώ. Ωστόσο, τα ποσοστά διαφέρουν μεταξύ φυσικών και νομικών προσώπων. Συγκεκριμένα το υψηλότερο ποσοστό ρυθμισμένων οφειλών φυσικών προσώπων εντοπίζεται μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ (24,1%) και αγγίζει το 26,5% για ποσά από 2.000 έως 3.000 ευρώ.
Αντίθετα, τα νομικά πρόσωπα ρυθμίζουν σε υψηλότερο ποσοστό (30,3%) οφειλές που ανήκουν στο εύρος από 10.000 έως 100.000 ευρώ, ενώ το ποσοστό αυτό φτάνει στο 34,3% στην κατηγορία 10.000 με 20.000 ευρώ. Χαμηλά ποσοστά ρύθμισης οφειλών διαπιστώνονται τόσο σε χαμηλά ποσά οφειλής (ιδιαίτερα κάτω των 500 ευρώ), όσο και σε υψηλά ποσά οφειλής (άνω των 20.000 ευρώ για φυσικά πρόσωπα και άνω των 150.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα).
Όσον αφορά στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ασφαλισμένων, σύμφωνα με την Έκθεση του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ), αυτές ανήλθαν στο τέλος Μαρτίου 2024 σε 47,9 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση περίπου 2 δισ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Η μεταβολή αυτή οφείλεται σε αύξηση τόσο των κύριων οφειλών (κατά 376,3 εκατ. ευρώ), όσο και των πρόσθετων τελών (κατά 1,6 δισ. ευρώ).