Προσωρινούς δασμούς έως 38,1% αποφάσισε να επιβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων με μπαταρία από την Κίνα, στο πλαίσιο εκτεταμένης έρευνας σχετικά με τις κινεζικές επιδοτήσεις.
Η έρευνα, διευκρινίζει σημείωμα του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ, εξέτασε επίσης τις πιθανές συνέπειες και τον αντίκτυπο των μέτρων στους εισαγωγείς, τους χρήστες και τους καταναλωτές των BEV στην ΕΕ.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ήρθε σε επαφή με τις κινεζικές αρχές για να συζητήσει τα εν λόγω πορίσματα και να διερευνήσει πιθανούς τρόπους επίλυσης των ζητημάτων που προέκυψαν με τρόπο συμβατό με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ).
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή προώθησε το επίπεδο των προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών που θα επέβαλε στις εισαγωγές ηλεκτρικών οχημάτων με μπαταρία από την Κίνα.
«Εάν οι συζητήσεις με τις κινεζικές αρχές δεν οδηγήσουν σε αποτελεσματική λύση», αναφέρεται στο σημείωμα των Βρυξελλών, «αυτοί οι προσωρινοί αντισταθμιστικοί δασμοί θα εισαχθούν από τις 4 Ιουλίου μέσω εγγύησης, με τη μορφή που θα αποφασιστεί από τα τελωνεία κάθε κράτους μέλους», αλλά θα εισπραχθούν μόνο εάν και όταν επιβληθούν οριστικοί δασμοί.
Οι δασμοί που που επρόκειτο να επιβάλει η Επιτροπή στους τρεις κινεζικούς ομίλους που διερευνώνται αντιστοιχούν στο 17,4% για την εταιρεία BYD, στο 20% για την Geely και στο 38,1% για την Saic.
Ο μέσος δασμός 21% θα εφαρμοζόταν σε κινεζικές εταιρίες που συνεργάστηκαν στην έρευνα αλλά δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Οι κατασκευάστριες που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα θα υπόκεινται σε δασμό 38,1%.
«Οι πληροφορίες σχετικά με τα αναμενόμενα επίπεδα των προσωρινών δασμών παρέχονται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών της Ένωσης, των εισαγωγέων και εξαγωγέων και των αντιπροσωπευτικών τους ενώσεων, των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων και των αντιπροσωπευτικών τους ενώσεων και της χώρας καταγωγής ή/και εξαγωγής, δηλαδή της Κίνας) και στα κράτη μέλη της ΕΕ πριν από τη θέσπιση των εν λόγω μέτρων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται από τον βασικό κανονισμό της ΕΕ για την καταπολέμηση των επιδοτήσεων», διευκρινίζει το εκτελεστικό όργανο των Βρυξελλών.
“Οι εταιρείες του δείγματος ενημερώθηκαν ατομικά για τους υπολογισμούς τους και τους δόθηκε η δυνατότητα να σχολιάσουν την ακρίβειά τους. Εάν αυτά τα πιθανά σχόλια παρέχουν επαρκή στοιχεία εξισορρόπησης, η Επιτροπή θα είναι σε θέση να αναθεωρήσει τους υπολογισμούς της σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ”, καταλήγει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.