Η παγκόσμια στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε σημαντικούς κλάδους που καταναλώνουν ενέργεια επιβραδύνθηκε το 2023, εμποδίζεται από τα ρυθμιστικά κενά, τις πολιτικές πιέσεις και την αποτυχία να τεθούν σαφείς στόχοι.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει έκθεση του REN21 που αναμεταδίδει το Reuters. Η πανδημία του COVID-19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία «έβαλαν» το χέρι τους για τη μαζική στροφή προς τις ΑΠΕ, εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για την ενεργειακή ασφάλεια. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις απέτυχαν να αξιοποιήσουν την εν λόγω δυναμική.
Οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις οφείλουν να περάσουν στην ηλεκτρική ενέργεια στις μετακινήσεις τους για να μειωθούν οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, όμως μόνο 13 κράτη, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα, έχουν δημόσιες πολιτικές για να προτρέψουν προς αυτή την κατεύθυνση σε τέσσερις τομείς προτεραιότητας.
Οι επιδόσεις των χωρών
Μέχρι το τέλος του περασμένου έτους, μόνο 13 χώρες – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ινδίας και της Κίνας – είχαν εφαρμόσει πολιτικές για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που καλύπτουν τα κτίρια, τη βιομηχανία, τις μεταφορές και τη γεωργία, με μόνο το 12,7% της ενέργειας που καταναλώνουν οι τομείς να προέρχεται από καθαρές πηγές.
Επιπλέον, παρατηρήθηκε οπισθοχώρηση στις φιλοδοξίες αρκετών κρατών, αφού από τις 69 χώρες, μόνοι οι 17 συνέχισαν τον αγώνα προς τις ΑΠΕ.
«Οι κυβερνήσεις έχουν ουσιαστικά απομακρυνθεί από τις φιλοδοξίες τους και οι τομείς που καταναλώνουν ενέργεια δεν έχουν πλέον τα οικονομικά κίνητρα», δήλωσε η Εκτελεστική Διευθύντρια του REN21, Rana Adib.
Τα βασικά προβλήματα
Η έκθεση προειδοποίησε ότι οι χώρες καθυστερούν τις μεταρρυθμίσεις και τα τρισεκατομμύρια δολάρια επιδοτήσεων που χορηγούνται στα ορυκτά καύσιμα, ιδιαίτερα στη βιομηχανία και τη γεωργία, εξακολουθούν να εμποδίζουν την ενεργειακή μετάβαση.
Η πτώση των τιμών των ορυκτών καυσίμων το 2023 διαμόρφωσε επίσης τη χάραξη πολιτικής και η συζήτηση για το κόστος της μετάβασης σε καθαρότερη ενέργεια έχει ενταθεί, ειδικά καθώς πολλές χώρες οδεύουν προς τις εκλογές, είπε η Adib.
Η απεξάρτηση από τις ανθρακούχες εκπομπές της βαριάς βιομηχανίας παραμένει μια σημαντική πρόκληση, με «δύσκολα υποχωρήσιμους» τομείς όπως το τσιμέντο και ο χάλυβας.
Ακάθεκτη η Κίνα
Σύμφωνα με την ανάλυση του REN21, η Κίνα είναι πράγματι «η μόνη χώρα στην οποία το μερίδιο του ηλεκτρικού στην κατανάλωση ενέργειας αυξάνεται συνεχώς», περνώντας από το 20% στο 30% στο σύνολο των τομέων ανάμεσα στο 2011 και το 2021.
Όμως στην ίδια περίοδο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση είδαν τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας να παραμένει στάσιμη γύρω στο 23%.
Ο εξηλεκτρισμός δεν είναι αρκετά γρήγορος τόσο στις μεταφορές, όσο και στις οικοδομές και τη βιομηχανία. Εξαίρεση αποτελεί η γεωργία, η εξηλεκτρισμός των επιχειρήσεων της οποίας πέρασε από το 20% στο 27% από το 2011 μέχρι το 2021.
«Είναι ξεκάθαρο, οι κυβερνώντες είναι μπλοκαρισμένοι στο ‘business-as-usual’», υπογραμμίζει η διευθύντρια του REN21 Ρανά Αντίμπ. «Η ενεργειακή μετάβαση δεν είναι μόνο αύξηση της προσφοράς ανανεώσιμης ενέργειας: χωρίς διαρθρωτικές πολιτικές προορισμένες να αυξήσουν τη ζήτηση και να επιταχύουν τον εξηλεκτρισμό των χρήσεων, αυτή η μετάβαση δεν θα υπάρξει».